Πύλη Αμμοχώστου – Επαρχία Λευκωσίας
Παραλιακό μέτωπο – Επαρχία Λεμεσού
Λίμνη Αλυκής – Επαρχία Λάρνακας
Πέτρα του Ρωμιού – Επαρχία Πάφου
Παραλία Πόλης Αμμοχώστου - Επαρχία Αμμοχώστου
Κάστρο της Κερύνειας – Επαρχία Κερύνειας
Αθηένου
Λεωφόρος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου ΙΙΙ, 2
7600 Αθηένου
Κύπρος
Δήμαρχος: Κυριάκος Καρεκλάς
Τηλ.: +357 24811370
Φαξ: +357 24522333
Email: mail@athienou.org.cy
Website: www.athienou.org.cy
Ιστορία-Ίδρυση του Δήμου
Η ιστορία της Αθηένου έχει την ίδια διάρκεια που έχει και ο Ελληνισμός στην Κύπρο.
Αναζητώντας τις αρχές της ύπαρξής της, φτάνει κανείς στους πρώτους Έλληνες που έφτασαν στην Κύπρο, περισσότερο από 3.000 χρόνια πριν και εγκαθίδρυσαν τα πρώτα ελληνικά βασίλεια στο νησί. Ανάμεσα στα αρχαία εκείνα βασίλεια ήταν ως γνωστό και το Βασίλειο των Γόλγων.
Ο Θεόκριτος, ήδη από τον 3ο αιώνα π.Χ. αναφέρεται στους Γόλγους λέγοντας πως είναι πόλη της Κύπρου που πήρε το όνομα της από τον Γόλγο, γιο του Άδωνη και της Αφροδίτης. Οι Γόλγοι έγιναν πανελλήνια γνωστοί από τη λατρεία της Αφροδίτης, που τιμόταν εκεί πριν ακόμα εισαχθεί η λατρεία της στην Πάφο.
Η σημερινή Αθηένου, λίγο νοτιότερα από τους αρχαίους Γόλγους, φαίνεται να έχει το όνομα αυτό από τους πρώτους χρόνους της Φραγκοκρατίας, χωρίς ωστόσο να ‘ναι ξεκάθαρο από πού προήλθε αυτό.
Η Αθηένου είναι ένας από τους αρχαιότερους Δήμους της Κύπρου, αφού λειτουργούσε ως Δήμος από το 1926.
Ιστορικά Χαρακτηριστικά
Η Αθηένου βρίσκεται στα νότια της πεδιάδας της Μεσαορίας. Επί τουρκοκρατίας ήταν οδικός κόμβος, στο μέσο περίπου του δρόμου που ένωνε το λιμάνι της Λάρνακας με την πρωτεύουσα Λευκωσία. Αξιοποιώντας την πλεονεκτική αυτή θέση πολλοί Αθηαινίτες επιδόθηκαν στο επικερδές επάγγελμα του κιρατζή (αγωγιάτη, μουλάρη) μεταφέροντας με τις μούλες τους ανθρώπους και εμπορεύματα όχι μόνο στις προαναφερθείσες πόλεις αλλά και σε διάφορα άλλα μέρη της Κύπρου. Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας (1571 – 1878) οι περισσότεροι Ευρωπαίοι που ταξίδεψαν στην Κύπρο και έγραψαν γι’ αυτή χρησιμοποίησαν Αθηενίτες κιρατζήδες κατά τις περιηγήσεις τους στο νησί. Οι κιρατζήδες συνέβαλαν σε σημαντικό βαθμό στην ανάπτυξη της Αθηένου.
Ανασκαφές που έγιναν από την Εβραϊκή Αρχαιολογική Αποστολή, έδειξαν ότι η περιοχή της Αθηένου ήταν κατοικημένη τουλάχιστον από τον 14ο αιώνα π.Χ. Τον 12ον αιώνα Αχαιοί από την πόλη Σικυώνα της Πελοποννήσου ίδρυσαν στην περιοχή αποικία. Αρχηγός τους ήταν ο Γόλγος, ο οποίος έδωσε και το όνομά του στην πόλη. Ερείπια της οχυρωμένης πόλης των Γόλγων βρίσκονται ένα χιλιόμετρο βόρεια της Αθηένου. Οι Γόλγοι γνώρισαν την μεγαλύτερη ακμή τους κατά την κλασική περίοδο (5ος και 4ος αιώνες π.Χ.). Η σημαντικότερη αιτία της ακμής τους ήταν η ύπαρξη στην περιοχή ιερού της Γολγίας Αφροδίτης με πανελλήνια φήμη. Είναι μάλιστα πολύ πιθανό το επίθετο Γολγία της θεάς να είναι εκείνο που έδωσε το όνομα στην πόλη. Η πόλη παρήκμασε κατά την ελληνιστική περίοδο (294 – 58 π.Χ.) μετά την πολιορκία και την κατάληψή της από τον Πτολεμαίο Α΄ στο τέλος του 4ου ή στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ. Ο οικισμός εξακολούθησε να υπάρχει κατά την περίοδο της ρωμαιοκρατίας (58 π.Χ. – 330 ή 395 μ.Χ.) και κατά τη βυζαντινή περίοδο (330 ή 395 – 1191 μ.Χ.), άγνωστο με ποιο όνομα. Το όνομα Αθηένου αναφέρεται για πρώτη φορά στο «Χρονικό» του Κύπριου χρονογράφου Λεόντιου Μαχαιρά, που έζησε μεταξύ του 1360 και 1450 μ.Χ. κατά την περίοδο της φραγκοκρατίας (1192 – 1489). Το όνομα Αθηένου παρέμεινε αμετάβλητο μέχρι σήμερα, αν και σε βενετικούς χάρτες σημειώνεται παρεφθαρμένο ως Atirna. Οι Τούρκοι ονόμασαν την Αθηένου Κιρατζίκιοϊ, δηλαδή χωριό των κιρατζήδων (αγωγιατών, μουλάρηδων).
Τα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας η Αθηένου διοικητικά ανήκε στον καζά ή κατηλίκι (επαρχία) της Αμμοχώστου και στον ναχιέ (nahieh = υποδιοίκηση, διαμέρισμα) της Μεσαορίας. Αυτό ίσχυε και κατά την πρώτη δεκαετία της αγγλοκρατίας, ενώ στην συνέχεια η Αθηένου υπήχθη στην επαρχία Λευκωσίας και στο διαμέρισμα Deyirmenlik ή Κυθρέας. Από το 1927 η Αθηένου ανήκει στην επαρχία Λάρνακας.
Το 1926 η Αθηένου έγινε δημαρχούμενη κωμόπολη. Με αίτηση των κατοίκων της το δημαρχείο καταργήθηκε το 1935, αλλά επανιδρύθηκε το 1948. Έκτοτε λειτουργεί ανελλιπώς και αποτελεί εξόχως σημαντικό παράγοντα της ανάπτυξης της Αθηένου.
Ονομασία-Τοποθεσία
Η σημερινή Αθηένου φαίνεται να έχει το όνομα αυτό από τους πρώτους χρόνους της Φραγκοκρατίας, χωρίς ωστόσο να ‘ναι ξεκάθαρο από πού προήλθε αυτό. Πολλοί υποστηρίζουν πως το όνομα Αθηένου προήλθε από τη λέξη «άττα» ή «άθθα» που σημαίνει μεγάλη πέτρα και πως δήλωνε έτσι το πετρώδες έδαφος στην περιοχή του χωριού. Άλλοι υποστηρίζουν πως το όνομα δόθηκε στο χωριό από μερικούς κατοίκους των Αθηνών που ήλθαν και κατοίκησαν στην περιοχή, για να θυμούνται την πόλη της καταγωγής τους. Άλλοι ανάγουν το όνομα σε κάποιο Λουζινιανό που ονομαζόταν Ετιέν, ο οποίος είχε τσιφλίκι στην περιοχή κι έλεγαν «πάμε στου Ετιένου». Σιγά – σιγά αυτό έγινε «στην Αθηένου».
Είναι γεγονός πως ο Λεόντιος Μαχαιράς ήδη από τον 13ο αιώνα αναφέρεται στην Αθηένου με το γνωστό σ’ εμάς όνομά του. Γράφοντας για τους αγίους της Κύπρου, ο Λεόντιος Μαχαιράς αναφέρει: « ………… ο Άγιος Φώτιος πλησίον της Αθηένου….».
Επί αγγλοκρατίας (1878 – 1960) η Αθηένου έχασε την προνομιούχα θέση της, επειδή η Λευκωσία και η Λάρνακα συνδέθηκαν με νέο δρόμο, που περνούσε από το Πυρόι και την Κόσιη. Ένας δευτερεύων δρόμος ένωνε την Αθηένου με τον δρόμο Λευκωσίας – Λάρνακας σε σημείο κοντά στο Πυρόι. Μέσω Πυρογιού η απόσταση Αθηένου – Λευκωσία ήταν 13 μίλια (21 χιλιόμετρα) και Αθηένου – Λάρνακα 16 μίλια (26 χιλιόμετρα). Μετά την κατάληψη του Πυρογιού από τα τουρκικά στρατεύματα τον Αύγουστο του 1974, η Αθηένου συγκοινωνούσε με τη Λευκωσία με νέο δρόμο, που ενωνόταν με τον δρόμο Λυμπιών – Δαλιού – Λευκωσίας. Μέσω του δρόμου αυτού η απόσταση Αθηένου – Λευκωσία είναι 35 χλμ., ενώ η απόσταση έως τη Λάρνακα μέσω Κόσιης είναι 27 χλμ. Από το 1989 η Αθηένου συγκοινωνεί με τη Λευκωσία και τη Λάρνακα και μέσω αυτοκινητόδρομου (highway) τεσσάρων λωρίδων, με τον οποίο συνδέεται δευτερεύων δρόμος από την Αθηένου σε σημείο κοντά στα Λύμπια. Μέσω του αυτοκινητόδρομου των τεσσάρων λωρίδων η απόσταση Αθηένου – Λευκωσία είναι 38 χλμ. Για τη Λάρνακα η σύνδεση με τον αυτοκινητόδρομο γίνεται κοντά στην Κόσιη και η απόσταση είναι 33 χιλιόμετρα. Από το 2003 η Αθηένου συνδέθηκε με την Λάρνακα και μέσω δρόμου που περνά έξω από το Αβδελλερό και ενώνεται κοντά στην Αραδίππου με τον αυτοκινητόδρομο Λάρνακας – τουριστικής περιοχής Αγίας Νάπας και Παραλιμνίου.
Δρόμος ανατολικά της Αθηένου την συνδέει με το τουρκικό χωριό Μελούσεια (απόσταση 3,5 χλμ.) και απ’ εκεί με την Τρεμετουσιά, το Άρσος και τη Λύση, όπου ενώνεται με τον παλιό δρόμο Λευκωσίας – Αμμοχώστου. Βορείως της Αθηένου είναι το τουρκικό χωριό Αγιά (απόσταση 3 χλμ.) και το ελληνικό Τύμπου (απόσταση 5 χλμ.) με ελαφριά απόκλιση προς τα ανατολικά το πρώτο και προς τα δυτικά το δεύτερο. Η σύνδεσή τους με την Αθηένου γινόταν με χωματόδρομους. Βορειοδυτικά της Αθηένου είναι το μεικτό χωριό Πυρόι (απόσταση 6 χλμ.) και 1 χιλιόμετρο πιο πέρα το Μαρκό. Νοτιοδυτικά της Αθηένου είναι το τουρκικό χωριό Πετροφάνι (απόσταση 3 χλμ.) και 2 χιλιόμετρα πιο πέρα ο αρχαιολογικός χώρος της Μάλλουρας. Νοτίως της Αθηένου είναι το Αβδελλερό (6 χλμ.) και νοτιοανατολικά οι Τρούλλοι (7 χλμ.). Ο παλιός δρόμος Αθηένου – Αβδελλερού ασφαλτοστρώθηκε το 2003, ενώ εκείνος προς τους Τρούλλους παρέμεινε αμαξιτός.
Σημεία Αναφοράς και Ειδικού Ενδιαφέροντος
Στο παραδοσιακό κέντρο και πυρήνα της Αθηένου διατηρούνται αυθεντικά τα χαρακτηριστικά της μεσαορίτικης αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Η πολιτική διατήρησης και αναβίωσης στο παραδοσιακό κέντρο αλλά και ευρύτερα στη δημοτική περιοχή είναι και ήταν βασική επιδίωξη του Δήμου Αθηένου παρόλες τις επεμβάσεις, τις νεότερες προσθήκες και τη φθορά που φέρει το πέρασμα του χρόνου.
Ο Δήμος Αθηένου. με βασική επιδίωξη να εφαρμόσει πολιτική διατήρησης και αναβίωσης του παραδοσιακού κέντρου αλλά και της ευρύτερης περιοχής, προχώρησε σε αγορά αξιόλογων και σοβαρής Αρχιτεκτονικής αξίας, αλλά και σημαντικής ιστορικής αναφοράς κτισμάτων, με σκοπό τη μετατροπή τους σε διατηρητέα, αναδεικνύοντας την παραδοσιακή τοπική αρχιτεκτονική κληρονομιά και πολιτισμό. Μερικά από αυτά, που είναι ειδικού ενδιαφέροντος, είναι τα πιο κάτω.
- Πατρική Οικία Μοναχού Σταυροβουνιώτη και Τυροκομείο. Εδώ γίνεται παρουσίαση της παραδοσιακής παρασκευής χαλλουμιού.
- Οικία Γιωρκή και Φωτεινής Πουγεράση. Έχει ενοικιασθεί σε ιδιώτες και λειτουργεί ως ξενώνας και καφετέρια, με το όνομα «Αθηαινώ».
- Παραδοσιακός Αλευρόμυλος. Εδώ γίνεται παρουσίαση της παραδοσιακής παρασκευής ψωμιού.
- Παλιό καφενείο που λειτουργεί ως Πολυκέντρο Νεότητας.
- Επίσης, σε συνεργασία με το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου, έχει αναπαλαιωθεί το παλιό «Χάνι», ένα αξιόλογο κτίσμα του παρελθόντος.
Άλλα αξιόλογα σημεία αναφοράς και ειδικού ενδιαφέροντος είναι:
- Ο αρχαιολογικός χώρος Μάλλουρας, με ανασκαφέντες τάφους και άλλα.
- Το Καλλινίκειο Δημοτικό Μουσείο, ένα αξιόλογο μουσείο με αρχαία ευρήματα των Γόλγων και της Μάλλουρας, βυζαντινή συλλογή εικόνων του ξακουστού εικονογράφου Καλλίνικου Μοναχού και πολλά άλλα. Το Μουσείο στεγάζεται στο ίδιο οικοδόμημα του επιβλητικού Καλλινίκειου Δημοτικού Μεγάρου.
- Οι εκκλησίες της Αθηένου. Η παλιά εκκλησία της Παναγίας της Χρυσελεούσης του 1711, κηρυγμένο αρχαίο μνημείο, η εξ ολοκλήρου εικονογραφημένη σε οροφή και τοίχους νέα εκκλησία της Παναγίας της Χρυσελεούσης, στην οποία φυλάγονται η Παντόφλα του Αγίου Σπυρίδωνα και οστά του πολιούχου Αγίου της Αθηένου Αγίου Φωκά, οι παλιές εκκλησίες του Αγίου Φωκά και του Αγίου Γεωργίου και άλλες.
- Το εξαιρετικό Κωνσταντίνειο Δημοτικό Πάρκο.
Στοιχεία της Αθηένου στον Εθνικό Κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Κύπρου
Ο Δήμος Αθηένου και το Καλλινίκειο Δημοτικό Μουσείο Αθηένου, μετά από έρευνα και συνεργασία με διάφορους φορείς του τόπου, πέτυχαν μέχρι σήμερα την εγγραφή τριών στοιχείων στον Εθνικό Κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Κύπρου. Τα στοιχεία είναι: «Δαντέλες βενίς» ή «πιττωτές» και αθηενίτικη ολόπλουμη δαντέλα (2015), «Η παράδοση της αρτοποιίας στην Αθηένου» (2018) και «Το πανηγύρι του Αγίου Φωκά στην Αθηένου» (2018).
Επίσης, για το 2018 η Κυπριακή Εθνική Επιτροπή UNESCO σύμφωνα με απόφαση της Ειδικής Επιτροπής για την Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά, προ έγκρινε το «αθηενίτικο λοκούμι του γάμου» για να ενταχθεί στα «Έθιμα του παραδοσιακού κυπριακού γάμου», που είναι ήδη εγγεγραμμένα στον Εθνικό Κατάλογο.
Άλλες Πληροφορίες
- Στην Αθηένου ανθεί ο Εθελοντισμός. Ο Δήμος έχει εγκριθεί ως Πόλη Καλής Πρακτικής, στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Προγράμματος URBACT, ενώ εγκρίθηκε και ως Επικεφαλής Δικτύου Μεταφοράς της Καλής Πρακτικής σε άλλες 7 πόλεις της Ευρώπης.
- Αρχές Οκτωβρίου κάθε χρόνο διεξάγεται με μεγάλη επιτυχία στο Κωνσταντίνειο Δημοτικό Πάρκο Παγκύπριο Φεστιβάλ Αθηενίτικων Προϊόντων, όπου παρουσιάζονται όλα τα Αθηενίτικα προϊόντα (γαλακτομικά, ψωμί, τραχανάς, γλυκά, αυγά, οφτό αθηενίτικο, είδη πανηγυριού, κούνες αθηενίτικες, γλυκά του κουταλιού, λικέρ, παραδοσιακά κεντήματα και άλλα. Στο φεστιβάλ γίνεται αναπαράσταση παραγωγής χαλλουμιού, γλυκού αμυγδάλου και αθηενίτικου ψωμιού, ενώ αυτό εμπλουτίζεται με εξαιρετικές καλλιτεχνικές δραστηριότητες.
Αραδίππου
Τ.Θ.: 45024
7110 Αραδίππου
Κύπρος
Δήμαρχος: Χριστόδουλος Πάρτου
Τηλ.: +357 24 811081
Φαξ: +357 24 811080
Email: municipality@aradippou.org.cy
Website: www.aradippou.org.cy
Η Αραδίππου βρίσκεται στα νότια της Κύπρου, σε μικρή απόσταση από το Διεθνές Αεροδρόμιο της Λάρνακας. Ήταν παραδοσιακά ένα γεωργοκτηνοτροφικό χωριό, που άλλαξε όμως όψη μετά την τουρκική εισβολή του 1974 και την οικοδομική έκρηξη που ακολούθησε. Σήμερα η Αραδίππου αποτελεί κομβικό σημείο στο εθνικό οδικό δίκτυο του νησιού και ο συγκοινωνιακός κόμβος της Ριζοελιάς είναι γνωστός σε κάθε Κύπριο. Η Αραδίππου αναγορεύθηκε σε δήμο το 1986 και έχει σταδιακά καθιερωθεί ως ένα δυναμικά εξελισσόμενο αστικό κέντρο.
Αφού ανακηρύχθηκε σε Δήμο, η Αραδίππου καθόρισε τα δημοτικά της όρια και είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος Δήμος της Κύπρου σε έκταση γης με 42.982 τετραγωνικά κυβερνητικά στρέμματα. Ο πληθυσμός της Αραδίππου φθάνει σήμερα τις 20.000 κατοίκους.
Η πόλη μας πήρε το όνομά της από τον οικιστή της, βασιλιά Αράδιππο. Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως αρχιτεκτονικά και άλλα ευρήματα, που χρονολογούνται από την εποχή των Αχαιών. Η Αραδίππου ήταν περίφημη και κατά το Μεσαίωνα, λόγω της βασιλικής έπαυλης που την αποκαλούσαν «Αυλή της Δεσπότισσας» και ανήκε στην Κυρία Μαργαρίτα Ντε Λουζινιάν, αδελφή του Λέοντος του Στ΄ και εγγονή του Αμωρύ, Πρίγκιπα της Τύρου.
Η πολιτιστική ανάπτυξη της κοινότητας συντελείται μεθοδικά και οργανωμένα με τις διάφορες τιμητικές εκδηλώσεις για πρόσωπα που έχουν διακριθεί και προσφέρει στην Αραδίππου, με διαλέξεις, επετειακές εκδηλώσεις, εκθέσεις, εκδόσεις κ.α. Επίτευξη των στόχων για πολιτιστική ανάπτυξη αποτελεί η καθιέρωση καλλιτεχνικής – Λαογραφικής εκδήλωσης (στις 18 Οκτωβρίου) που έχει βασικά λαογραφικό χαρακτήρα.
Η Αραδίππου φιλοξενεί μέσα στα δημοτικά όρια της το μεγαλύτερο μέρος των βιομηχανικών ζωνών που εξυπηρετούν την ευρύτερη περιοχή του αστικού συμπλέγματος και ολόκληρη την Κύπρο. Αυτές είναι: η ζώνη Ελευθέρου Εμπορίου, νότια του αυτοκινητόδρομου Λάρνακας- Λεμεσού, η βιομηχανική ζώνη περιορισμένου βαθμού όχλησης (Ζώνη Βα3) νότια του αυτοκινητόδρομου Λάρνακας – Κοφίνου και η κυβερνητική βιομηχανική περιοχή Λάρνακας που παρόλο ότι έχει ενταχθεί στα δημοτικά όρια της Λάρνακας, από απόψεως τοποθεσίας, βρίσκεται στην περιοχή Αραδίππου.
H Αραδίππου φημίζεται και για τις πάμπολλες εκκλησίες και ξωκλήσια της. Η παλαιότερη εκκλησία της Αραδίππου είναι ο Απόστολος Λουκάς. Η εκκλησία στο σημερινό της μέγεθος είναι η τρίτη στη σειρά και κτίστηκε το 1939 για να καλύψει τις αυξανόμενες ανάγκες του πληθυσμού της Αραδίππου. Η πρώτη εκκλησία κτίστηκε το 1700μ.Χ στον ίδιο χώρο πολύ πιο μικρή και η δεύτερη το 1851 μ.Χ στα θεμέλια της πρώτης. Το 1960 κατεστράφη από πυρκαγιά μέρος του εικονοστασίου. Η εικόνα του Αγίου, ως εκ θαύματος, τίποτε δεν έπαθε και διασώζεται σήμερα ως αξιόλογη κληρονομιά. Άλλοι ναοί της κοινότητας είναι ο Άγιος Φανούριος και ο Άγιος Σπυρίδωνας και ο νεόδμητος ναός του Αποστόλου Βαρνάβα. Το πιο γνωστό ξωκλήσι της Αραδίππου είναι της Παναγίας των Αμπελιών. Το ξωκλήσι είναι κτισμένο πάνω στα ερείπια ενός παλιότερου ναού που καταστράφηκε από τους Σαρακηνούς το 1425.
Δρομολαξιά – Μενεού
Οδός Ελευθερίας 10
7020 Δρομολαξιά, Λάρνακα
Κύπρος
Δήμαρχος: Κύπρος Ανδρονίκου
Τηλ.: +357 24422414
Φαξ: +357 24424721
Email: info@dromolaxia-meneou.com.cy
Website: https://www.dromolaxiameneou.com/
ΔΗΜΟΣ ΔΡΟΜΟΛΑΞΙΑΣ – ΜΕΝΕΟΥ
Μια ματιά στο σήμερα…
Οι κοινότητες Δρομολαξιάς – Μενεού της επαρχίας Λάρνακας, μετά από δημοψήφισμα το 2011, μετατράπηκαν σε ένα δήμο. Ο Δήμος μας σήμερα αριθμεί πέραν των 8000 κατοίκων. Στον Δήμο λειτουργούν τρία δημοτικά σχολεία, δύο στη Δρομολαξιά και ένα στο Μενεού, δύο σχολεία προδημοτικής εκπαίδευσης και Συμβούλιο Κοινοτικής Ευημερίας ( ΣΚΕ). Το Συμβούλιο Κοινοτικής Ευημερίας διοικείται από εθελοντές και χορηγείται από το Δήμο και προσφέρει υψηλού επιπέδου υπηρεσίες προς τους δημότες. Υπάρχει, επίσης, μεγάλη βιοτεχνική περιοχή και τρεις κτηνοτροφικές ζώνες. Μεγάλο μέρος του Διεθνούς Αερολιμένα Λάρνακας εμπίπτει και στα όρια του Δήμου μας.
Μετά την τουρκική εισβολή οι κοινότητες Δρομολαξιάς και Μενεού δέχτηκαν μεγάλο αριθμό προσφύγων. Έτσι, κτίστηκαν πολλοί συνοικισμοί αυτοστέγασης, από τους μεγαλύτερους που υπάρχουν παγκύπρια. Αυτό είχε και έχει ως αποτέλεσμα τη μεγάλη και συνεχιζόμενη αύξηση του πληθυσμού της περιοχής.
Ο Δήμος Δρομολαξιάς – Μενεού βρίσκεται σε προνομιακή γεωγραφική θέση καθότι είναι σε μικρή απόσταση από το Δήμο Λάρνακας. Το Διεθνές Αεροδρόμιο Λάρνακας βρίσκεται στα δημοτικά όρια του Δήμου, έχει το δικό του παραθαλάσσιο μέτωπο και έχει άμεση πρόσβαση στους αυτοκινητόδρομους Λευκωσίας και Λεμεσού. Τα πιο πάνω δημιουργούν ευνοϊκότατες συνθήκες για συνεχή ανάπτυξη και πρόοδο.
Μια ματιά στο παρελθόν…
ΔΡΟΜΟΛΑΞΙΑ
Η Δρομολαξιά βρίσκεται περίπου 8 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της πόλης της Λάρνακας. Είναι κτισμένη σε μέσο υψόμετρο 40 μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας.
Κατά την περίοδο του Μεσαίωνα, η Δρομολαξιά ανήκε στη διοικητική επαρχία των Αλυκών και επί Ενετοκρατίας στο εμπαλείο της Αραδίππου. Στα κυπριακά Χρονικά είναι γνωστή με το όνομα Βρωμολαξιά.
Εικάζεται ότι το όνομα του χωριού προήλθε από την καλλιέργεια βρώμης ( συφωνάρι), ενός είδους χόρτου που χρησιμοποιείται για την τροφή ζώων. Η καλλιέργεια γινόταν και γίνεται μέχρι σήμερα στην τοποθεσία Λαξιές. Σύμφωνα με μια δεύτερη εκδοχή της ετυμολογίας του ονόματος του χωριού, ο δρόμος που οδηγούσε από τη Λάρνακα προς το χωριό διερχόταν από μια «λαξιά» ( κοιλάδα). Έτσι το χωριό πήρε το όνομα Δρομολαξιά, λόγω του δρόμου που περνούσε μέσα από τη λαξιά. Μια τρίτη εκδοχή είναι ότι λόγω του προβλήματος της υπερχείλισης της Αλυκής και της δυσωδίας λόγω των ελών, ο οικισμός αναγραφόταν σε χάρτες και έγγραφα ως Βρωμολαξιά. Λόγω του κακόηχου του ονόματος η Βρωμολαξιά μετατράπηκε σε Δρομολαξιά.
Η Δρομολαξιά πριν την τουρκική του 1974 ήταν ένα μεικτό χωριό. Οι κάτοικοί της ήταν γύρω στους 800, 450 Ελληνοκύπριοι και 350 Τουρκοκύπριοι. Ασχολούνταν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Οι τεχνίτες ήταν ελάχιστοι. Καλλιεργούσαν κριθάρι, σιτάρι, φακές κ.ά. Πολλοί κάτοικοι, οργανωμένοι σε ομάδες, δούλευαν και στην εξόρυξη του αλατιού στην Αλυκή. Η διαδικασία αυτή ήταν περιοδική κατά τον μήνα Αύγουστο. Την εξόρυξη αναλάμβανε ένας Άγγλος εργολάβος και τη γενικότερη επίβλεψη είχε το Τελωνείο της Λάρνακας. Γύρω στα 1970 η εξόρυξη σταμάτησε, αφού το άλας κρίθηκε ακατάλληλο λόγω του μόλυβδου και των βόθρων.
Οι αξιωματούχοι του χωριού προέρχονταν και από τις δύο κοινότητες, οι οποίες συμβίωναν αρμονικότατα. Η Δρομολαξιά ήταν το πρώτο χωριό της περιοχής, το οποίο έφερε τρεχάτο νερό. Αίτιος γι’ αυτό ήταν ένας Τούρκος κάτοικος του χωριού. Βρήκαν την πηγή του νερού σε ένα λάκκο κοντά στο Γεφύρι του Τρεμίθου.
Στην ευρύτερη περιοχή υπήρχαν τέσσερα τσιφλίκια. Του Τεκκέ, του Ππασιά, του Μενεού και της Άρπερας.Το τσιφλίκι του Τεκκέ το ενοικίαζαν και το καλλιεργούσαν Τούρκοι. Το τσιφλίκι του Ππασιάτο καλλιεργούσαν Εβραίοι με βαμβάκι και ακολούθως το ανέλαβαν Τούρκοι, οι οποίοι το καλλιεργούσαν αποκλειστικά με σιτηρά. Το τσιφλίκι του Μενεού το κατείχε Άραβας και της Άρπερας διοικείτο από τους Μπρεντζούες με καταγωγή ίσως από τη Μικρά Ασία. Το τσιφλίκι της Άρπερας μετά το 1960 έγινε δωρεά στην εκκλησία του Αγίου Λαζάρου και μετέπειτα αγοράστηκε από κοινού από κατοίκους της Δρομολαξιάς και του Τερσεφάνου με ίση διανομή γης. Η πράξη αυτή υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες του Συνεργατισμού στην Κύπρο και στέφθηκε με μεγάλη επιτυχία!
Η Δρομολαξιά γειτνιάζει με το Μενεού, την Τερσεφάνου, την Αραδίππου, τα Κλαυδιά και τη Λάρνακα.Οι συγκοινωνίες γίνονταν σε αμαξωτούς δρόμους- χωματόδρομους με ποδήλατα, αμάξια ή άμαξες.
Στο χωριό υπήρχε ένα τζαμί και μία εκκλησία, η οποία υπάρχει ακόμα και σήμερα και είναι αφιερωμένη στον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Είναι ένας μονόκλιτος, καμαροσκέπαστος ναός. Το καμπαναριό της εκκλησίας είναι εξαιρετικά περίτεχνο και κτίστηκε μετά το σουλτανικό διάταγμα Χάττι Χουμαγιούν του 1856. Σήμερα υπάρχουν ακόμα δύο εκκλησίες στο χωριό, της Αγίας Αικατερίνης και του Τιμίου Προδρόμου και το εξωκλήσι της Παναγίας της Παραμυθίας.
Υπήρχαν, επίσης, και δύο σχολεία. Ένα ελληνικό και ένα τουρκικό. Το τουρκικό σχολείο στεγαζόταν εκεί που βρίσκεται σήμερα το ιατρείο του χωριού. Στο ελληνικό σχολείο υπήρχαν δύο αίθουσες για τις έξι τάξεις και εργοδοτείτο εκεί μόνο ένας δάσκαλος.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει, από ιστορικής άποψης, μια περιοχή της Δρομολαξιάς με την ονομασία Παλιόμυλοι, που βρίσκεται 1,5 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της κοινότητας, στην περιοχή του γνωστού κέντρου Πανώριο. Στους Παλιόμυλους μπορεί να δει κανείς σήμερα τα υπολείμματα του νερόμυλου στο τέρμα του τμήματος του υδραγωγείου Καμάρες που βρίσκεται στη Δρομολαξιά και είναι ορατά στην αριστερή πλευρά του δρόμου με κατεύθυνση από το αεροδρόμιο προς τον κυκλικό κόμβο του Καλού Χωριού. Σ’ αυτή την περιοχή μαρτυρείται ότι έφτανε ο στρατός του βασιλιά Πετρου Ά στα μέσα του 14ου αι. , για να προμηθευτεί σιτάρι και νερό πριν ξεκινήσει τις εκστρατείες του εναντίον των μουσουλμανικών χωρών.
Μια ματιά στο παρελθόν…
ΜΕΝΕΟΥ
Το χωριό Μενεού είναι κτισμένο 11 χιλιόμετρα δυτικά της πόλης της Λάρνακας. Κατά την περίοδο του Μεσαίωνα ανήκε στη διοικητική επαρχία της Αλυκής και επί Ενετοκρατίας στο εμπαλείο της Αραδίππου. Υπήρξε βασιλικό φέουδο και είναι σχεδόν βέβαιο ότι συγκαταλέγεται μεταξύ των χωριών που υπέστησαν καταστροφές κατά την επιδρομή των Μαμελούκων το 1425 και το 1426. Κατά τη διάρκεια της Ενετοκρατίας και για κάποιο διάστημα, το Μενεού μαζί με το Κίτι το κατείχε ο Μπερνάρδο Φλάτρο, γόνος πλούσιας οικογένειας της μεσαιωνικής Κύπρου. Ωστόσο, το 1532 τα δύο χωριά αγοράστηκαν από τον Έκτορα Ποδοκάταρο έναντι του ποσού των 8000 δουκάτων ετησίως, με το όρο να δίνει στο δημόσιο ταμείο το σιτάρι, το κριθάρι και όλα τα άλλα που πλήρωνε ο προηγούμενος αγοραστής Μ. Φλάτρο.
Στα μεσαιωνικά έγγραφα το χωριό εμφανίζεται με τα ονόματα Meneho, Menevu και Monehou. Η μεσαιωνική εκδοχή του ονόματος, που είναι όμως ατεκμηρίωτη, υποστηρίζει την προέλευση του ονόματος από το ιπποτικό τάγμα της Sainte Menehould. Θα πρέπει να αναφερθεί και η ελληνική εκδοχή για την ετυμολογία του ονόματος Μενεού, που ανάγεται στην κλασσική ή ακόμα και στην αρχαϊκή περίοδο. Η εκδοχή αυτή υποστηρίζει ότι το όνομα του χωριού προέρχεται από το ανατρεπτικό « ου μένεις», δηλαδή μη μένεις εδώ που με την παραφθορά που υπέστη στο χρόνο μετατράπηκε στο σημερινό όνομα της κοινότητας Μενεού. Η προτροπή για αποφυγή της παραμονής στην περιοχή, οφείλετo στη δυσωδία που προκαλούσε η λίμνη της Αλυκής από τα λιμνάζοντα έλη, αλλά και από τα πεταμένα όστρακα στις όχθες της Αλυκής. Σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες, το όνομα του χωριού στην αρχαιότητα ονομαζόταν Μιλιούνι.
Το τσιφλίκι του Μενεού, αρχικά, το κατείχε κάποιος ονόματι Καμίλης και αργότερα το αγόρασε ένας Άραβας. Στο τσιφλίκι καλλιεργούσαν λεμονόδεντρα, ελιές, τερατσιές, βαμβάκι, καπνό και αμπέλια. Ακολούθως, το τσιφλίκι αγοράστηκε διαδοχικά από Κύπριους, οι οποίοι συνέχισαν τις πιο πάνω καλλιέργειες. Πολλές από αυτές τις καλλιέργειες δεν υπάρχουν πλέον, αφού μεγάλο μέρος αυτής της γης απαλλοτριώθηκε για τη δημιουργία του νέου Αεροδρομίου Λάρνακας.
Το Μενεού πριν την τουρκική εισβολή ήταν μεικτό χωριό και η συμβίωση των κατοίκων ήταν άριστη. Ασχολούνταν με τη γεωργία, την κτηνοτροφία και τις τέχνες. Πολλοί δούλευαν και στην Αλυκή για την εξόρυξη του αλατιού. Στο χωριό δούλευε και μεγάλος αριθμός κατοίκων άλλων χωριών, όπως της Λύσης και της Κοντέας. Εργάζονταν, κυρίως, κατά τη συλλογή των ελιών και την εκκοπή των σταφυλιών.
Είναι χαρακτηριστικό πως στο Μενεού οι Τούρκοι δημιούργησαν μεγάλης έκτασης τσιφλίκια. Λόγω της ευφορίας της γης εγκαταστάθηκαν νωρίς στο Μενεού. Προς το τέλος όμως του 18ου αιώνα οι Κύπριοι όχι μόνο επέστρεψαν αλλά και υπερτέρησαν και αριθμητικά των Τούρκων. Μετά την επάνοδο των Κυπρίων κατοίκων ανοικοδομήθηκαν οι δύο εκκλησίες του Αγίου Ανδρονίκου και Αθανασίας και της Αγίας Μαρίνας. Σήμερα υπάρχει και ο ναός του Αγίου Παντελεήμονα στο Μενεού.
Υπήρχε ένα ελληνικό δημοτικό σχολείο, το οποίο ήταν μονοδιδάσκαλο. Το σχολείο αυτό αποτελείτο από μία αίθουσα, η οποία βρισκόταν κοντά στην εκκλησία του Αγίου Ανδρονίκου και Αθανασίας. Κατά την περίοδο της Χούντας στην Ελλάδα, με τη βοήθεια ενός εξαίρετου δασκάλου κτίστηκε καινούριο δημοτικό σχολείο, αφού το παλιό ήταν ετοιμόρροπο. Στο νέο αυτό σχοελίο υπήρχαν δύο αίθουσες διδασκαλίας και δύο δάσκαλοι.
Οι δρόμοι του χωριού ήταν χωματόδρομοι και οι κάτοικοι κυκλοφορούσαν με κάρα, τρακτέρ και γαϊδουράκια. Το νερό του χωριού ήταν πολύ λίγο και τους έφερναν νερό από τον φράκτη.
Υπάρχουν αναφορές για τα εξής τοπωνύμια του χωριού Μενεού: η Αγία Μαρίνα, ο Άγιος Ανδρόνικος, οι Βουνκιές ( Βουντζιές ή Βουτσίδες), η Γλώσσα, οι Προύντζηδες, η Δοξαμένη, τα Σπήλια, η Στούπα κ.ά.
Το Μενεού ήταν μια μικρή κοινότητα γεωργοκτηνοτρόφων. Η εργατικότητα των κατοίκων σε συνδυασμό με τις μεγάλες εκτάσεις επίπεδης και εύφορης γης μεταμόρφωσαν το Μενεού σε ένα πανέμορφο χωριό, στο οποίο βρίσκει κανείς και μια υπέροχη παραλία, την οποία επισκέπτονται εκατοντάδες επισκέπτες κάθε χρόνο, κυρίως κατά την καλοκαιρινή περίοδο.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΠΗΓΕΣ
- Σωκράτης Τ. Αντωνιάδης, Μεσαιωνικά κατάλοιπα στηνεπαρχία της Λάρνακας, Λάρνακα 2012
- Προσωπική μαρτυρία κ. Αντρέα Μιαούλη, για το Μενεού
- Προσωπική μαρτυρία κ. Λουκά Ανδρονίκου, για τη Δρομολαξιά
- Βικιπαίδεια
Λάρνακα
Τ.Θ.: 40045
6300 Λάρνακα
Κύπρος
Δήμαρχος: Ανδρέας Βύρας
Τηλ.: +357 24653333
Φαξ: +357 24653384
Email: municipality@larnaka.org.cy
Website: https://www.larnaka.org.cy
Η Λάρνακα (Αγγλικά: Larnaca, Τουρκικά: Larnaka, Αρμενικά: Լառնակա) είναι πόλη στην νοτιοανατολική ακτή της Κύπρου. Αποτελεί τη διάδοχο πόλη του αρχαίου Κιτίου, ενός από τα σημαντικά βασίλεια της αρχαίας Κύπρου, γενέτειρα μεταξύ άλλων του αρχαίου φιλοσόφου Ζήνωνα. Στη Λάρνακα βρίσκεται διεθνές αεροδρόμιο, ο κυριότερος και μεγαλύτερος αερολιμένας της Κύπρου. Χαρακτηριστικό της η φυσική ομορφιά με τις 2 φυσικές λίμνες ( Αλυκή και Λίμνη Ορόκλινης ) αλλά και με πληθώρα μνημείων. Το όνομα της πόλης, εξάλλου, προέρχεται από τη λάρνακα, δηλαδή την αρχαία πέτρινη σαρκοφάγο (δύο σαρκοφάγοι βρέθηκαν στο ιερό του ναού του Αγίου Λαζάρου κατά τη διάρκεια ανασκαφών). Πολλές σαρκοφάγοι υπήρχαν στην περιοχή της πόλης, όπου οι ανασκαφές έφεραν στο φως και ερείπια της αρχαίας πόλης του Κιτίου.
Η Αρχαία πόλη ήταν περιτειχισμένη από τα αρχαία χρόνια, τα τείχη όμως κατεδαφίστηκαν από τους Ρωμαίους. Το λιμάνι της αρχαίας πόλης ανακαλύφθηκε πρόσφατα στο εσωτερικό της σημερινής πόλης, σημάδι ότι στα αρχαία χρόνια η θάλασσα βρισκόταν προς τα μέσα.
Πράγματα που αξίζει να δείτε στη Λάρνακα:
Την Αλυκή, τις πανέμορφες παραλίες, την κοσμοπολίτικη περιοχή Μακένζι, τον Ιστορικό Ναό Αγίου Λαζάρου, το βυθισμένο πλοίο «Ζηνοβία» , τον πολυσύχναστο παραλιακό πεζόδρομο στις Φοινικούδες, το Αρχαίο Λιμάνι, την Πλατεία Ευρώπης, το Μεσαιωνικό Κάστρο, το Αρχαίο Κίτιο, το παλιό υδραγωγείο των Καμάρων κ.α.. Λόγω της ποικιλίας επιλογών που έχει ο επισκέπτης, η Εταιρεία Τουριστικής Ανάπτυξης και Προβολής Λάρνακας προσφέρει δωρεάν δύο πολιτιστικούς περιπάτους με ξεναγό.
Ιστορία Δήμου:
Οι ρίζες της σημερινής τοπικής αυτοδιοίκησης της Κύπρου και του Δήμου Λάρνακας βρίσκονται στα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας. Μέχρι το 1864 δεν υπάρχουν αρκετές πληροφορίες. Στην Λάρνακα ήδη από τον Νοέμβριο του 1850 υπάρχει μαρτυρία ότι λειτουργεί ένα υποτυπώδες σύστημα καθαριότητας των δρόμων και κανόνων υγιεινής στην πόλη βάση διατάγματος που εκδόθηκε από το Υγειονομείο Κωνσταντινουπόλεως . Πρώτος Δήμαρχος Λάρνακας εκλέγεται Τσαρλς Γουάτκινς, Από τότε Δημάρχοι Λάρνακας έχουν διατελέσει οι εξής: Νικόλαος Ρώσος, Νικόλαος Θεμιστοκλέους, Ευάγγελος Χατζηιωάννου, Φίλιος Ζανέττος, Δημήτριος Ν. Δημητρίου, Γεώργιος Αραδιπιπιώτης, Λύσος Σανταμάς, Γεώργιος Χριστοδουλίδης, Φοίβος Ζαχαριάδης, Ζήνωνας Δ. Πιερίδης, Αννίβας Φράνσις, Λεωνίδας Κιούππης, Λουκής Λουκαϊδης, Γεώργιος Λουκούργος, ο Ανδρέας Μωυσέως Ανδρέας Λουρουτζιάτης και τώρα ο Ανδρέας Βύρας.
Λεύκαρα
Τ.Θ.: 46005
7705 Πάνω Λεύκαρα
Κύπρος
Δήμαρχος: Σοφοκλής Σοφοκλέους
Τηλ.: +357 24342422
Φαξ: +357 24342769
Email: info@lefkara.org.cy
Website: www.lefkara.org.cy
Γεωγραφική Θέση – Κλίμα – Πληθυσμός
Το χωριό βρίσκεται στις Νοτιοανατολικές υπώρειες της οροσειράς του Τροόδους σ΄ ένα υψόμετρο 650μ. 45 χιλ. Από τη Λευκωσία, 30 χιλ. από το αεροδρόμιο Λάρνακας και μόνο 12 χιλ. από τον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας – Λεμεσού.
Το κλίμα είναι ξηρό και υγιεινό, δροσερό το καλοκαίρι και κρύο το χειμώνα. Ο πληθυσμός του χωριού μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο ξεπερνούσε τις 3000 κατοίκους σήμερα, λόγω της μετανάστευσης και της αστικοποίησης δεν ξεπερνά τους 1000 κατοίκους, ανάμεσα στους και αρκετοί πρόσφυγες.
ΙΣΤΟΡΙΑ
Το όνομα του χωριού Λεύκαρα οφείλεται στο χρώμα των ασβεστολιθικών πετρωμάτων που το περιβάλλουν «Λευκά όρη = Λεύκαρα».
Η πρώτη γραπτή ιστορική αναφορά για τα Λεύκαρα οφείλεται στη μεγάλη μορφή των Κυπριακών γραμμάτων, τον Άγιο Νεόφυτο τον Έγκλειστο, ο οποίος μας πληροφορεί ότι γεννήθηκε στα Λεύκαρα το 1134. Κατά τη διάρκεια της φραγκοκρατίας τα Λεύκαρα έγιναν η έδρα του Ελληνορθόδοξου επισκόπου Αμαθούντος, Λεμεσού και Κουρίου, μια από τις τέσσερεις έδρες των ορθόδοξων επισκόπων. Αργότερα κατά την Ενετοκρατία (1489–1570 μ.Χ.) τα Λεύκαρα αναφέρονται σαν καλοκαιρινό θέρετρο για τους Ενετούς ευγενείς και τις οικογένειες τους.
Μερικοί ερευνητές πιστεύουν ότι οι ρίζες του Λευκαρίτικου κεντήματος φτάνουν μέχρι την περίοδο αυτή και ότι οι κυρίες των ευγενών επηρέασαν σε κάποιο βαθμό την τεχνοτροπία των γυναικών των Λευκάρων.
Λέγεται, επίσης ότι ο μεγάλος καλλιτέχνης της Αναγέννησης, Λεονάρντο Ντα Βίντσι επισκέφθηκε την Κύπρο στα τέλη του 15ου αιώνα, ως φιλοξενούμενος της βασίλισσας της Κύπρου Αικατερίνης Κορνάρο και ότι επισκέφθηκε τα Λεύκαρα και αγόρασε ένα μεγάλο ολόπλουμο ( ολοκέντητο ) τραπεζομάντιλο που δώρισε στον καθεδρικό ναό του Μιλάνου.
Μεσολάβησε η Τούρκικη Κατοχή ( 1571 – 1878 ) Λίγα χρόνια μετά την έλευση των Άγγλων 1878 και συγκεκριμένα το 1883 τα Λεύκαρα ανακηρύσσονται σε Δήμο.
Η ίδρυση του Δημαρχείου υπήρξε καθοριστική στην εξέλιξη της κωμόπολης και συνέλαβε αποφασιστικά στην πρόοδο και ευημερία των κατοίκων.
Λευκαρίτικο Κέντημα
Στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου αρχίζει για τα Λεύκαρα μια περίοδος ξεχωριστής σημασίας που έμελλε να διαδραματίσει ύψιστο ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη της κωμόπολης. Οι Λευκαρίτες ανακάλυψαν ότι τα κεντήματα που οι γυναίκες του χωριού έκαναν ως τότε για την προίκα των θυγατέρων τους και για στόλισμα των σπιτιών τους, μπορούσαν να αποτελέσουν προσοδοφόρα πηγή πλούτου. Ένας αριθμός τολμηρών νέων των Λευκάρων με τη βαλίτσα στο χέρι σαλπάρουν για τη ξενιτειά. Κουβαλούν μέσα στη βαλίτσα τους τις περίφημες δαντέλες και τα θαυμάσια εργόχειρα κεντήματα που με μαεστρία και τέχνη κεντούσαν για αιώνες οι γυναίκες των Λευκάρων. Μέσα τους οι νέοι αυτοί έχουν όλο το εμπορικό δαιμόνιο του έλληνα κυπριώτη, όλο το σφρίγο της νιότης τους και τη δίψα για καλύτερη τύχη. Ταξιδεύουν στην Αλεξάνδρεια πρώτα, στη Σμύρνη και την Πόλη όπου ακμάζουν ελληνικές παροικίες. Ύστερα οργώνουν όλες τις χώρες της κεντρικής Ευρώπης.
Το εμπόριο των κεντημάτων έδωσε σημαντική ώθηση στην εξέλιξη του ίδιου του κεντήματος. Με τη μεγάλη ζήτησή του όλο και περισσότερες γυναίκες ασχολούνται με το κέντημα που αρχίζει να γίνεται σοβαρή οικονομική πηγή για κάθε οικογένεια. Συμβάλλει επίσης αποφασιστικά στην οικονομική ανεξαρτητοποίηση της γυναίκας που διαθέτει έτσι το δικό της κομπόδεμα Λευκαρίτισσα γυναίκα δεν χρειάζεται να ξενοδουλέψει για να συμβάλει στα οικονομικά της οικογένειας. Ούτε πάει στα χωράφια μια και το εισόδημα από τα κεντήματα είναι ικανοποιητικό με τo παραπάνω. Μπορεί μένοντας σπίτι, να κεντά, να ετοιμάζει το φαγητό της οικογένειας, να διαδραματίζει το ρόλο της ως μητέρας με τον καλύτερο τρόπο, αρχόντισσα στο σπίτι της.
Από την άλλη αυτοί οι νεαροί Λευκαρίτες που τολμούσαν να ταξιδεύουν στην Ευρώπη χωρίς να γνωρίζουν παρά μερικές λέξεις από ξένες γλώσσες, με όλες τις δυσκολίες των ταξιδιών εκείνης της εποχής, κατάφεραν όχι μόνο να επιβιώσουν στο ξένο περιβάλλον αλλά αρκετοί από αυτούς κατάφεραν να πλουτίσουν. Μένοντας χρόνια στο εξωτερικό δέχονται την επίδραση της ξένης κουλτούρας και επιστρέφοντας στη γενέτειρα φέρνουν μαζί τους όχι μόνο βιομηχανικά προϊόντα αλλά και νέες ιδέες. Αντιλαμβάνονται την αξία της μόρφωσης και στέλλουν τα παιδιά τους να φοιτήσουν σε ανώτερες σχολές και ακόμα τα παίρνουν μαζί τους, να κάνουν πανεπιστημιακές σπουδές.
Γενικά οι κεντηματέμποροι των Λευκάρων έγιναν φορείς πολιτισμού και επηρέασαν θετικά την κοινωνική ζωή της κωμόπολης για δεκαετίες.
Δίκαια λοιπόν θα μπορούσαν να θεωρηθούν η Λευκαρίτισσα γυναίκα, η κεντήτρια, και ο Λευκαρίτης έμπορος κεντημάτων, ο κεντητάρης, οι δυο σημαντικοί παράγοντες που με την καλλιτεχνική αίσθηση η πρώτη και το εμπορικό δαιμόνιο ο δεύτερος κατέστησαν το λευκαρίτικο διεθνή πατέντα.
Βέβαια το εμπόριο του κεντήματος είχε και κάποιες αρνητικές συνέπειες. Συνέβαλε να γνωρίσουν οι Λευκαρίτες το εξωτερικό και οπωσδήποτε δεν είναι άσχετο με τη μαζική μετανάστευση των περιόδων 1920-30 και 1946-60.
Το ίδιο το λευκαρίτικο κέντημα θεωρείται ότι έφθασε, ως έργο τέχνης, στο ψηλότερο σημείο της τελειότητάς του την περίοδο 1920-1930 όταν σύμφωνα με ειδικούς θα μπορούσε να συγκαταλεχθεί ανάμεσα στα καλύτερα χειροτεχνήματα στον κόσμο.
Η αργυροχοΐα
Εκτός από το κέντημα μια άλλη βιοτεχνία που ακμάζει εδώ και αρκετές δεκαετίες είναι η αργυροχοΐα. Η αργυροχοΐα στα Λεύκαρα είναι πιθανόν να εμφανίστηκε στις αρχές του 18ου αιώνα. Ακμάζει όμως στα μέσα του 20ου αιώνα χάρις στην οικογένεια Καλοπαίδη με μεγάλη παράδοση στην τέχνη. Φτιάχνονται δακτυλίδια, κουταλάκια, καπνιστηρομέρεχα κι’ ακόμα εκκλησιαστικά σκεύη, καντήλες, εξαπτέρυγα, σταυροί και επαργυρώνονται ή επιχρυσώνονται εικόνες και ευαγγέλια. Υπάρχουν μέχρι και σήμερα στο χωριό μερικά άριστα εργαστήρια που επεξεργάζονται το ασήμι και κατασκευάζουν ωραιότατα καμνιστηρομέρεχα, αλλά και μικρα μπιμπελό για τους τουρίστες.
Παραπέρα πιστεύουμε ότι εκτός από τις παραδοσιακές τέχνες υπάρχουν στο Δήμο μας και τα γύρω χωριά σημαντικά περιθώρια δημιουργίας και ανάπτυξης και άλλων μορφών επιχειρήσεων με παραδοσιακά τοπικά προιόντα όπως εμφιάλωσης ελαιολάδου, συσκευασία ελιάς πράσινης και μαύρης, παραγωγή γλυκών κουταλιού ( καρυδάκι, νεραντζάκι, κιτρόμηλο, αμύγδαλο ) μελιού και συκόπιττας που μπορεί να τονώσουν οικονομικά τις Τοπικές κοινωνίες. Ήδη έχουν υποβληθεί αιτήσεις στο Δήμο για να εξασφαλίσουν άδεια προς αυτή την κατεύθυνση.
Επίσης έχει αναδιοργανωθεί και ο ΟΤΕΛ ( Όμιλος Τουριστικών Επιχειρήσεων Λευκάρων).
Πρέπει να αναφέρουμε ότι στην περιοχή μας έχουν δημιουργηθεί δύο κτήματα, οινοποιητικές μονάδες που μόλις έχουν ολοκληρωθεί. Το πρώτο, κτήμα «ΔΑΦΕΡΜΟΥ» με κατεύθυνση προς τα Λεύκαρα, σε μια πλαγιά που έχει μπροστά της άπλετο ορίζοντα και απεριόριστη θέα.
Πρόκειται για ένα μοντέρνο κτήριο που έχει ενταχθεί κατά τρόπο άψογο στον περιβάλλοντα χώρο. Εμπνέει τον επισκέπτη με τη σύγχρονη αρχιτεκτονική του και τους όμορφους κήπους του. Στην είσοδο αλλά και σε κάποια σημεία του κυρίως κτιρίου, η πέτρα των Λευκάρων προσθέτει και τη δική της ζέση. Έχουν φυτευτεί αμπελώνες έτσι ώστε μελλοντικά να καταστεί σταδιακά το κτήμα αυτάρκες σε πρώτη ύλη. Ο Εμπνευστής και ιδιοκτήτης της μονάδας είναι ο κ. Σάββας Φακουκάκης από την Κρήτη.
Το δεύτερο κτήμα μικρότερης εμβέλειας βρίσκεται στο γειτονικό χωριό Κάτω Δρυς « ΚΤΗΜΑ ΧΡΙΣΤΟΥΔΙΑ».
Τα Λεύκαρα ως τουριστικός προορισμός.
Το περιβάλλον του χωριού είναι τόσο μεγάλο που να μην σε κάνει να πλήττεις, και τόσο μικρό που σου δίνει το αίσθημα πώς ζεις και κινείσαι διαρκώς μέσα στον αυλόγυρο μιας μεγάλης οικογένειας που όλοι σε χαιρετούν, σου μιλούν, επικοινωνούν μαζί σου με χίλιους τρόπους την κάθε στιγμή της ημέρας.
Εκτός από την αξιόλογη αρχιτεκτονική του χωριού, την Εκκλησία και τα παρεκκλήσια μέσα στο χωριό, ο επισκέπτης μπορεί να δει την οικία Πάτσαλου που στεγάζει το Μουσείο λαϊκής τέχνης και φιλοξενεί έξοχα δείγματα κεντημάτων μερικά από τα οποία ανάγονται στον 19ον αιώνα. Η ίδια η οικία είναι χαρακτηριστικό δείγμα λαϊκής αρχιτεκτονικής του 19ου αιώνα.
Έπειτα από την εμπειρία που είχαμε κατά τις δύο συναντήσεις σε Χίο και Κύπρο και τις βάσεις που τέθηκαν για την εξέλιξη του προγράμματος ελπίζω και εύχομαι κατά το διήμερο των εργασιών μας εδώ στο Ηράκλειο Κρήτης να συνεχιστεί η εποικοδομητική συζήτηση και να αποφασισθούν παραπέρα δράσεις που θα τονώσουν τις τοπικές παραδοσιακές χειροτεχνίες μας και θα συμβάλουν στην οικονομική ενίσχυση των ανθρώπων που ασχολούνται με αυτές.
ΕΝΟΤΗΤΕΣ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
Διεύθυνση:
Ρηγαίνης 78, 1010 Λευκωσία,
Τ.Θ. 22033, 1516 Λευκωσία, Κύπρος
Τηλ: +357 22 445170
Φαξ: +357 22 677230
Email: endeky@ucm.org.cy