Πύλη Αμμοχώστου – Επαρχία Λευκωσίας
Παραλιακό μέτωπο – Επαρχία Λεμεσού
Λίμνη Αλυκής – Επαρχία Λάρνακας
Πέτρα του Ρωμιού – Επαρχία Πάφου
Παραλία Πόλης Αμμοχώστου - Επαρχία Αμμοχώστου
Κάστρο της Κερύνειας – Επαρχία Κερύνειας
Κυθρέα
Δήμος υπό τουρκική κατοχή από το 1974
Αμμοχώστου 37
1016 Λευκωσία
Κύπρος
Δήμαρχος: Μάριος Ζαμπακίδης
Τηλ.: +357 22438956
Φαξ: +357 22438955
Email: dimoskythreas@cytanet.com.cy
Website: www.kythrea.com
Σύντομη ιστορική αναδρομή
Η Κυθρέα βρίσκεται περί τα 12 χλμ. βορειοανατολικά της Λευκωσίας, στις νότιες παρυφές του Πενταδάκτυλου και στο βόρειο σύνορο της πεδιάδας της Μεσαορίας. Ο Δήμος Κυθρέας ιδρύθηκε το 1915 με πρώτο Δήμαρχο τον Νικόλαο Καττάμη. Στα εκτεταμένα δημοτικά του όρια περιλαμβάνονταν έξι ενορίες: της Χρυσίδας, της Αγίας Μαρίνας, του Αγίου Ανδρονίκου, του Αγίου Γεωργίου, της Xαρδακιώτισσας και της Συρκανιάς. Ο πληθυσμός της Κυθρέας έφτανε το 1974 τους 4.500 περίπου κατοίκους, μόνον Ελληνοκύπριους. Στην Κυθρέα λειτουργούσαν τρία δημοτικά σχολεία και ένα γυμνάσιο. Το Δημαρχείο βρισκόταν στα σύνορα των ενοριών Αγίου Ανδρονίκου και Αγίου Γεωργίου. Σήμερα, μετά την προσφυγιά, τα προσωρινά γραφεία του Δήμου βρίσκονται στην εντός των τειχών Λευκωσία, πλησίον της Πύλης Αμμοχώστου.
Η Κωμόπολη ήταν γνωστή για τον περίφημο Κεφαλόβρυσό της, τη μεγαλύτερη πηγή νερού σ’ ολόκληρο το νησί, που ανέβλυζε στη βορειότερη ενορία, τη Συρκανιά. Το νερό του Κεφαλόβρυσου, που εκπήγαζε από τον υδροφορέα του Πενταδάκτυλου, κινούσε από την περίοδο της Βενετοκρατίας 32 νερόμυλους και άρδευε, εκτός από τα χωράφια της Κυθρέας, τις καλλιέργειες των περιχώρων. Κατά την αρχαιότητα και μέχρι τον Μεσαίωνα, υδροδοτούσε και την τότε πρωτεύουσα της Κύπρου, Σαλαμίνα.
Οι εκκλησίες της Κυθρέας υπέστησαν από το 1974 συστηματική σύληση και καταστροφή. Οι δύο ναοί των πάνω ενοριών, της Συρκανιάς και της Χαρδακιώτισσας, ήταν αφιερωμένοι στην Αγία Άννα και στην Παναγία αντίστοιχα. Η εκκλησία της Παναγίας, η μεγαλύτερη της κωμόπολης, έχει σήμερα μετατραπεί σε τζαμί. Στη νοτιότερη ενορία, αυτή της Χρυσίδας, η εκκλησία του Τιμίου Σταυρού έχει μετατραπεί σε εργαστήρι χειροτεχνίας, ενώ το παρεκκλήσι του Αποστόλου Λουκά είναι ερειπωμένο. Η Αγία Μαρίνα, που βρίσκεται στην ομώνυμη ενορία, χρησιμοποιείται για διδασκαλία χορών, ενώ το μοναστήρι της Παναγίας Θεοτόκου στην ομώνυμη συνοικία (μέρος της ενορίας Αγίας Μαρίνας) βρίσκεται σε στρατιωτική ζώνη. Σε στρατιωτική ζώνη βρίσκεται επίσης η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στην ομώνυμη ενορία, η οποία έχει μετατραπεί σε αποθήκη πυρομαχικών. Τέλος, η εκκλησία του Αγίου Ανδρονίκου και της Αγίας Αθανασίας στην ενορία του Αγίου Ανδρονίκου έχει υποστεί ανυπολόγιστη καταστροφή, καθώς η οροφή έχει καταρρεύσει και το εσωτερικό της βρίσκεται έρμαιο των καιρικών συνθηκών. Τώρα προγραμματίζονται κάποια πρώτα σωστικά έργα από τη δικοινοτική Τεχνική Επιτροπή Πολιτιστικής Κληρονομιάς κατόπιν έντονης προσπάθειας που κατέβαλε ο Δήμος γι’ αυτό. Η Κυθρέα έχει και διάφορα άλλα παρεκκλήσια.
Θέσεις στην Κυθρέα κατοικήθηκαν από τη νεολιθική περίοδο, γύρω στο 4.000 π.Χ. Οι «Χύτροι» αναφέρονται τον 7ο αι. π.Χ. ως ένα από τα δέκα βασίλεια της Κύπρου, ενώ μεγάλη ακμή φαίνεται να γνώρισε η πόλη κατά την ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδο, με τις επιγραφές να μαρτυρούν την ύπαρξη γυμνασίου. Το ύψους 2,08 μ. άγαλμα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Σεπτήμιου Σεβήρου που βρίσκεται σήμερα στο Κυπριακό Μουσείο, ανακαλύφθηκε το 1928 στην περιοχή του Αγίου Δημητριανού και συνιστά το μεγαλύτερο ορειχάλκινο άγαλμα που έχει βρεθεί στο νησί μας. Σημαντικό είναι επίσης ότι στη ρωμαϊκή περίοδο χρονολογείται μάλλον το υδραγωγείο που μετέφερε νερό από τους Χύτρους στη Σαλαμίνα.
Κατά τη Βυζαντινή περίοδο η Κυθρέα έγινε επισκοπική έδρα. Μεγαλύτερη πνευματική φυσιογνωμία της εποχής υπήρξε ο Άγιος Δημητριανός, επίσκοπος Χύτρων, ο οποίος κατάφερε να επαναπατρίσει το ποίμνιό του μετά την αιχμαλωσία στη Βαγδάτη από τους Άραβες τον 10ο αι. Γι’ αυτό τον λόγο θεωρείται Προστάτης Άγιος των Π ροσφύγων. Μετά τις αραβικές επιδρομές, η πόλη χτίστηκε δυτικότερα της αρχικής θέσης, κατά μήκος της κοιλάδας ροής του Κεφαλόβρυσου.
Η Κυθρέα ήταν γνωστή στα νεότερα χρόνια για τη μεταξουργία, την υφαντουργία, τη ξυλογλυπτική και την αλευροποιΐα. Γνωστή ήταν επίσης για την εσπεριδοκαλλιέργεια και την ασβεστοποιΐα, καθώς συνόρευε με σημαντικές περιοχές λατόμευσης και παραγωγής ασβέστη. Η κωμόπολη είχε δίκαια τη φήμη της δασκαλομάνας, καθώς γέννησε εκατοντάδες πνευματικούς δημιουργούς και εκπαιδευτικούς, αλλά και γιατρούς, δικηγόρους και άλλους επιστήμονες.
Λακατάμεια
Τ.Θ.: 12012
2340 Λακατάμεια
Κύπρος
Δήμαρχος: Δρ Φωτούλα Χατζήπαπα
Τηλ.: +357 22364000
Φαξ: +357 22380688
Email: municipality@lakatameia.org.cy
Website: www.lakatameia.org.cy
Η Λακατάμια βρίσκεται στη Ν.Δ. περίμετρο της μείζονος Λευκωσίας με κύριο φυσικό χαρακτηριστικό τον ποταμό Πεδιαίο που διατρέχει τη γη της σε μήκος 5 χιλιομέτρων. Η άγονη λοφώδης περιοχή δυτικά του Πεδιαίου, με ανώτατο υψόμετρο 280 μ., ήταν για αιώνες βοσκότοποι και κριθαροχώραφα.
Δεν υπάρχουν αρχαιολογικά ευρήματα ούτε μαρτυρίες από αρχαία κείμενα ή άλλες πηγές που να τεκμηριώνουν την ύπαρξη αρχαίας πόλης στη θέση της σημερινής Λακατάμιας.
Είναι όμως πολύ πιθανό να υπήρχαν αγροτικοί οικισμοί, όπως είναι αποδεδειγμένο, από τα μεσαιωνικά χρόνια και μετά των οποίων οι κάτοικοι να καλλιεργούσαν την εύφορη γη της περιοχής και να προμήθευαν τη Λευκωσία με γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα.
Η αρχαιότερη γραπτή αναφορά στη Λακατάμια περιέχεται στο «Χρονικόν Γεωργίου Βουστρώνιου 1456-1489 μ.Χ.», ο οποίος γράφει ότι η Λακατάμια ανήκε στον Κόμη της Τρίπολης Πέτρο Λουζινιανό ο οποίος το 1436 εβάπτισε την Καρλόττα κόρη του ανεψιού του Βασιλιά Ιωάννη «και εχάρισεν της την Λακαταμίαν».
Αναφορικά με την προέλευση του ονόματος της Λακατάμιας υπάρχουν μόνο υποθέσεις που στηρίζονται ή σε ισχνές και αόριστες πηγές ή σε εκ των υστέρων ερμηνείες που χρησιμοποιούν ιστορικά στοιχεία της ζωής στη Λακατάμια.
Μια δημοφιλής υπόθεση θέλει τη Λακατάμια να κατάγεται από την αρχαία Σπάρτη με το όνομα Λακεδαίμων το οποίο, παραφρασμένο από το χρόνο, κατέληξε, στα χρόνια των Λουζινιανών, στο σημερινό όνομα. Η υπόθεση αυτή στηρίζεται σε μια ισχνή και αόριστη μαρτυρία ενός Βυζαντινού συγγραφέα, του Στέφανου Βυζάντιου, τον οποίο ο Κυριάκος Χατζηιωάννου τοποθετεί στον 5ο ή 6ο αιώνα μ.Χ., και του οποίου το έργο χάθηκε και σώθηκε μια Επιτομή που έκαμε κάποιος με το όνομα Ερμόλαος. Στην Επιτομή αυτή, μετά από κατάλογο παραλιακών πόλεων της Κύπρου, γράφει και δίνει ένα κατάλογο ονομάτων, μεταξύ των οποίων και το όνομα «Λακεδαίμων» χωρίς καμιά απολύτως πρόσθετη πληροφορία.
Την εκδοχή ότι αυτή η υποτιθέμενη Λακεδαίμων είναι η σημερινή Λακατάμια εκ παραφθοράς υιοθετούν ο Νέαρχος Κληρίδης («Χωριά και Πολιτείες της Κύπρου» 1961, σ.129) και ο Σίμος Μέναρδος («Τοπωνυμικαί και Λαογραφικαί Μελέται» 1970, σ.84).
Η πιθανότερη καταγωγή του ονόματος της Λακατάμιας πρέπει να συνδέεται με τα πολλά αλακάτια που για αιώνες ήταν μέρος της αγροτικής ζωής της περιοχής. Καθώς ήταν πλούσια σε υπόγεια (σε μικρό βάθος) νερά η περιοχή, τα αλακάτια ήταν ο μοναδικός τρόπος άντλησης για την άρδευση κατά τους θερινούς μήνες. Μέχρι το 1945 ήταν καταγραμμένοι περίπου 80 τέτοιοι αλακατόλακκοι που αντλούσαν από βάθος μέχρι 30 πόδια. Ο Ρώσος μοναχός Βασίλιϊ Γρηγόροβιτς Μπάρσκυ επισκέφθηκε το 1735 τη Μονή Αρχαγγέλου όπου φιλοξενήθηκε τρεις μέρες και σημείωσε, μεταξύ άλλων, τα εξής για την παραμονή του.
«Η μονή αυτή ονομάζεται Ελληνιστί ο Αρχάγγελος της “Αλακαταμίας” δηλαδή ο Αρχάγγελος του φρέατος, διότι υπάρχουν πολλά φρέατα εις την μονήν και εις το παρακείμενο χωρίον, ένεκεν του μαλακού εδάφους δι εκσκαφή και των πολλών εν αυτώ πηγών».
Το χειροκίνητο αλακάτι ήταν επίσης ευρύτατα διαδεδομένο στους λάκκους που σχεδόν όλοι οι κάτοικοι του χωριού είχαν στα σπίτια τους για να αντλούν νερό για οικιακή χρήση. Αυτό το χειροκίνητο αλακάτι υιοθετήθηκε και ως το έμβλημα της Λακατάμιας όταν ανακηρύχθηκε σε δήμο το 1986.
Η Τουρκική εισβολή του 1974 έφερε την πλήρη ανατροπή του τοπίου στη Λακατάμια, με μια πληθυσμιακή έκρηξη που δεκαπλασίασε τον πληθυσμό της μέσα σε δύο δεκαετίες μετατρέποντας την, από μια κοινότητα 5.000 κατοίκων αμέσως πριν την εισβολή, σε μια πόλη των 45.000 κατοίκων τα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα. Η Λακατάμια, ευρισκόμενη στην εξωτερική περίμετρο της Μείζονος Λευκωσίας και σε σχετικά ασφαλή απόσταση από τη γραμμή αντιπαράταξης, δέχθηκε μεγάλο κύμα προσφύγων από όλες τις κατεχόμενες περιοχές τόσο σε κυβερνητικούς συνοικισμούς όσο και σε ιδιωτικές προσφυγικές κατοικίες.
Επιπλέον, αν ληφθεί υπόψη και ο μεγάλος αριθμός μετοίκων από τις αποψιλωμένες ορεινές περιοχές, γίνεται κατανοητό το μωσαϊκό του πληθυσμού που συνθέτει σήμερα την πόλη της Λακατάμιας.
Σήμερα η Λακατάμια είναι κατεξοχήν οικιστική περιοχή και μεγάλο μέρος του πληθυσμού της εξακολουθεί να εργάζεται στη Λευκωσία ή στις βιομηχανικές περιοχές έξω από τα όρια της πόλης.
H Λακατάμια είναι σήμερα ένας από τους δέκα δήμους της μείζονος Λευκωσίας. Μέχρι το 1979 η Λακατάμια ήταν Χωριτική Αρχή και από το 1979-1986 ήταν Συμβούλιο Βελτιώσεως. Aνακηρύχθηκε σε Δήμο τις 23 Φεβρουαρίου 1986 μετά από δημοψήφισμα κατά το οποίο 86% των κατοίκων της πόλης είχαν δώσει θετική ψήφο. Σήμερα ο Δήμος διοικείται από τη Δήμαρχο και 22μελές Δημοτικό Συμβούλιο που εκλέγονται για πενταετή θητεία.
Μετά την ανακήρυξη σε δήμο, η Λακατάμια διαιρέθηκε διοικητικά σε τέσσερις ενορίες με αντίστοιχους κοινοτάρχες.
Οι ενορίες αυτές είναι: Ενορία Αγίας Παρασκευής, Ενορία Αγίου Νικολάου, Ενορία Αγίου Μάμαντος και Ενορία Αρχαγγέλου – Ανθούπολης.
Τα δημοτικά όρια της Λακατάμιας έχουν καθοριστεί με την ανακήρυξη της σε Δήμο. Σήμερα η Λακατάμια έχει πληθυσμό περίπου 45.000 κατοίκους και έκταση 29 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Η Λακατάμια συνορεύει με τους Δήμους Στροβόλου, Λατσιών, Έγκωμης και Τσερίου, και τις κοινότητες Δευτεράς, τους Αγίους Τριμιθιάς και το Παλιομέτοχο.
Ο Δήμος, σύμφωνα με τον περί Δήμων Νόμο, αποφασίζει και μεριμνά για:
- Την εφαρμογή του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου εντός των ορίων του.
- Την κατασκευή, συντήρηση, καθαριότητα, φωτισμό, και ελεύθερη χρήση οδών και γεφυρών.
- Την ονομασία οδών.
- Την κατασκευή, συντήρηση και λειτουργία συστημάτων αποχέτευσης ομβρίων υδάτων και συστημάτων αποχέτευσης και επεξεργασίας λυμάτων.
- Την καθαριότητα και υγιεινή κατάσταση του Δήμου και την αποκομιδή και διαχείριση των απορριμμάτων
- Την καλή εμφάνιση του Δήμου και την προστασία και βελτίωση του φυσικού περιβάλλοντος.
- Τη δημόσια υγεία και την υγιεινή των τροφίμων
Ο Δήμος Λακατάμιας κατ’ εξαίρεση από άλλους Δήμους, έχει δική του Υπηρεσία Υδατοπρομήθειας η οποία μεριμνά για την κατασκευή, συντήρηση, και λειτουργία συστημάτων ύδρευσης των εντός των ορίων της πόλης περιοχών.
Ο πολιτισμός είναι ο ισχυρότερος κρίκος που δένει τους ανθρώπους σε κοινότητα. Η δημιουργία και προσφορά πολιτισμού υπήρξε πάντα ύψιστη προτεραιότητα των δημοτικών αρχών. Παρά τους πενιχρούς πόρους του Δήμου, επενδύθηκαν σημαντικά κονδύλια σε έργα που θα έφερναν μαζί τους ανθρώπους ώστε, μέσα από την καθημερινή σε διαφορετικά επίπεδα επικοινωνία, να αποκτήσουν το αίσθημα της κοινότητας.
Δημοτικό Αμφιθέατρο
Το Δημοτικό Αμφιθέατρο είναι το πρώτο μεγάλο έργο που αποφασίστηκε και σχεδιάστηκε αφότου η Λακατάμια έγινε Δήμος.
Εγκαινιάστηκε το 1994 και είναι χωρητικότητας 1.600 θεατών. Από της ανέγερσης του λειτούργησε και συνεχίζει να λειτουργεί ως ο πολιτιστικός πνεύμονας της Λακατάμιας κατά τις θερινές περιόδους.
Θεατρικές παραστάσεις, συναυλίες μουσικοχορευτικές εκδηλώσεις, κινηματογραφικές παραστάσεις, ποικίλες εορταστικές εκδηλώσεις, φέρνουν στο αμφιθέατρο χιλιάδες δημότες και όχι μόνον προσφέροντας τους, πέραν από την πνευματική τροφή και τη χαρά της συνεύρεσης.
Αίθουσα Εκθέσεων (Πινακοθήκη)
Κάτω από τις κερκίδες του Αμφιθεάτρου, με μια θαυμάσια αξιοποίηση του χώρου, κτίστηκε και λειτουργεί από το 1996 η Δημοτική Αίθουσα Εκθέσεων.
Εξοπλισμένη με σύγχρονα μέσα για τις ανάγκες ενός εκθεσιακού χώρου, φιλοξενεί εκθέσεις ζωγραφικής και άλλων μορφών εικαστικής έκφρασης, διαλέξεις και διάφορες άλλες δραστηριότητες.
Γραμμικό Πάρκο Πεδιαίου
Η προμετωπίδα των πάρκων στο Δήμο είναι το Γραμμικό Πάρκο του Πεδιαίου Ποταμού. Η δημιουργία του πεζόδρομου και του ποδηλατοδρόμου και η πλούσια φύτευση κατά μήκος της κοίτης του Πεδιαίου ποταμού προσδίδει ιδιαίτερο χαρακτήρα στην πόλη.
Παράλληλα με τον πεζόδρομο και ποδηλατόδρομο έχει δημιουργηθεί ειδικός δρόμος για πεζοπόρους με σκύλους. Επιπλέον έχουν δημιουργηθεί δύο πεζογέφυρες πάνω στον Πεδιαίο ποταμό για διευκόλυνση της διακίνησης προς και από το Γυμνάσιο Αρχαγγέλου και το Λύκειο Αγίου Γεωργίου.
Αθλητικές Εγκαταστάσεις
Στο Δήμο Λακατάμιας έχει δημιουργηθεί το 2000 Δημοτικό Στάδιο για τη διεξαγωγή ποδοσφαιρικών αγώνων. Το Στάδιο περιλαμβάνει και εγκαταστάσεις για τη διεξαγωγή αγώνων στίβου και κλασσικού αθλητισμού. Το 2001 λειτούργησε το Δημοτικό Κολυμβητήριο με 2 πισίνες για το κοινό και χωριστή πισίνα Ολυμπιακών προδιαγραφών για τη διεξαγωγή αγώνων κολύμβησης, καφετερία και κλειστή αίθουσα δεξιώσεων.
Κέντρο Υγείας
Καρπός μακρόχρονων προσπαθειών των δημοτικών αρχών ήταν η ανέγερση και λειτουργία του Κέντρου Υγείας, το οποίο παρέχει πρωτοβάθμια ιατρική φροντίδα. Νέα δυναμική στην προσφορά πρωτοβάθμιας ιατρικής φροντίδας έδωσε η ανέγερση και λειτουργία από το 2015 ορόφου στο Κέντρο Υγείας.
Πολυδύναμο Κέντρο Λακατάμιας
Το Πολυδύναμο Κέντρο βρίσκεται δίπλα από το Κέντρο Υγείας. Λειτουργεί ως Κέντρο Ψυχαγωγίας, δημιουργικής απασχόλησης και φροντίδας ηλικιωμένων καθώς και ως Κέντρο προστασίας και απασχόλησης παιδιών σχολικής ηλικίας φιλοξενώντας παιδιά από τα 8 Σχολεία της Λακατάμιας.
Ανοικτό Σχολείο Λακατάμιας
Ο θεσμός του Ανοικτού Σχολείου λειτουργεί στο Δήμο Λακατάμιας από το 2009 και επιχορηγείται από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού. Το Ανοικτό Σχολείο (το οποίο λειτουργεί κάτω από τη Διοίκηση του Πολυδύναμου Κέντρου Λακατάμιας) υπηρετεί τον σκοπό της διά βίου μάθησης και δημιουργεί παράλληλα τις προϋποθέσεις για τη μεγαλύτερη δυνατή αξιοποίηση των σχολικών εγκαταστάσεων για επιμορφωτικές, ψυχαγωγικές, πολιτιστικές και άλλες δραστηριότητες τόσο των παιδιών όσο και ενήλικων πολιτών.
Πέρα από την ανάπτυξη της πολιτιστικής δραστηριότητας, το Ανοικτό Σχολείο ενισχύει και συσφίγγει τους δεσμούς και τις σχέσεις μεταξύ των πολιτών, παρέχει ταυτόχρονα την ευκαιρία σε όλους να αξιοποιήσουν με τον καλύτερο τρόπο τον ελεύθερό τους χρόνο, ενώ παράλληλα προάγει τη συνεργασία, τη συλλογικότητα και όλες τις αξίες που καλλιεργούνται και προάγονται μέσα από υγιείς και ψυχωφελείς δραστηριότητες.
Το Ανοικτό Σχολείο Λακατάμιας, είναι ένα από τα μεγαλύτερα στην Κύπρο, και τα προγράμματα του πραγματοποιούνται πρωινές απογευματινές και νυκτερινές ώρες, με απώτερο σκοπό να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των Δημοτών Λακατάμιας.
Δημοτική Βιβλιοθήκη
Η Δημοτική Βιβλιοθήκη Λακατάμιας στεγάζεται στο κτήριο του Δημαρχείο Λακατάμιας. Η Βιβλιοθήκη λειτουργεί ως αναγνωστήριο και ως δανειστική. Mέλος της μπορεί να γίνει όποιος επιθυμεί, παρουσιάζοντας την ταυτότητα του. Μέλη μπορούν να εγγραφούν και παιδιά όταν συνοδεύονται από κάποιον ενήλικα.
O χώρος διαθέτει : Βιβλιοστάσιο, Κλειστή αίθουσα –αναγνωστήριο με βιβλία αναφοράς, ηλεκτρονικούς υπολογιστές για τους επισκέπτες της βιβλιοθήκης και παιδικό τμήμα. Ο χώρος διαθέτει πρόσβαση για ανάπηρους.
Στα πλαίσια της Δημοτικής Βιβλιοθήκης λειτουργεί από τον Ιούνιο του 2013, πάνω σε τακτική βάση, Αναγνωστική Λέσχη.
Μουσείο Ιστορίας και Πολιτιστικής Κληρονομιάς Δήμου Λακατάμιας
Tο Μουσείο Ιστορίας και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Δήμου Λακατάμιας, βρίσκεται στον παραδοσιακό πυρήνα της ενορίας της Αγίας Παρασκευής. Ο χώρος στον οποίο στεγάζεται το Μουσείο είναι μια παραδοσιακή οικία κτισμένη το 1922.
Το Μουσείο, έχει σκοπό να διασώσει, να μελετήσει και να αναδείξει την Ιστορία και την Πολιτιστική κληρονομιά της Λακατάμιας. Μέσα από τα αντικείμενα που εκτίθενται επιχειρείται η αναπαράσταση της ζωής της κυπριακής κοινωνίας του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα.
Στα πέντε δωμάτια της κύριας οικίας, παρουσιάζονται οι βασικοί χώροι και ο κύριος εξοπλισμός μιας παραδοσιακής οικίας. Στην αυλή εκτίθενται αντικείμενα που αφορούν χαρακτηριστικές αγροτικές ασχολίες της Λακατάμιας.
Λατσιά – Γέρι
Λεωφόρος Γιάννου Κρανιδιώτη 57
Τ.Θ.: 12540
2250 Λατσιά
Κύπρος
Δήμαρχος: Χρίστος Πιτταράς
Τηλ.: +357 22878688
Φαξ: +357 22487213
Email: municipalityl@latsia-geri.org.cy
Website: https://latsia-geri.eu/
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Τα παλαιότερα ίχνη πολιτισμού στα Λατσιά εντοπίζονται σε μια μικρή κατασκευή και μια δεξαμενή, οι οποίες χρονολογούνται στην Ελληνιστική περίοδο (325-50 π.Χ.). Ωστόσο, δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία που να υποστηρίξουν ότι τα Λατσιά ήταν οικισμός κατά την εποχή εκείνη. Πρέπει, επομένως, να αναζητήσουμε τις καταβολές τους πίσω στο Μεσαίωνα. Τα Λατσιά ήταν πιθανότατα μεγάλο φέουδο κατά τη Φραγκοκρατία (1192-1489) και την Ενετοκρατία (1489-1570)· αυτό διασώζει η προφορική παράδοση, η οποία ενισχύεται από χάρτες των σχετικών περιόδων. Το 1571, όταν οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Κύπρο, τα Λατσιά έγιναν τσιφλίκι (κτήμα, μεγάλο τεμάχιο γης που καλλιεργούνταν από τους ντόπιους και ανήκε σε ένα πλούσιο Τούρκο, τον επονομαζόμενο αγά) και, εικάζεται ότι (σύμφωνα με την προφορική παράδοση), ο πυκνός πληθυσμός αφανίστηκε από τους κατακτητές.
Το 1790, ο Κιόρογλου, ο αγάς αρκετών περιοχών (Αγλαντζιά, Γέρι, Δάλι, Δευτερά, Λατσιά, Παλλουριώτισσα, Στρόβολος, Χρυσοσπηλιώτισσα και Ψημολόφου) – και, σύμφωνα με τον εθνικό μας ποιητή, Βασίλη Μιχαηλίδη, προσωπικός φίλος του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού – αποφάσισε να πουλήσει ένα από τα τσιφλίκια του στους ανθρώπους που το καλλιεργούσαν, επειδή ήταν περισσότερο από ευχαριστημένος από τη δουλειά τους, και επίσης από τα «δώρα» τους, που περιελάμβαναν πισσώδη καυσόξυλα από πεύκο. Πρέπει, εν τούτοις, να λάβουμε υπόψη και τις συνεχείς ξηρασίες και σκωριάσεις, τη μειωμένη παραγωγή των καλλιεργειών και την ανεντιμότητα μερικών δούλων, παράγοντες οι οποίοι συνέβαλαν στην απόφασή του να πωλήσει το τεμάχιο. Φαίνεται πως ο Κιόρογλου αποφάσισε να συνδυάσει την καλοσύνη με την πώληση. Οι γεωργοί ήσαν χωρικοί από το Λυθροδόντα, ένα μεγάλο χωριό γύρω στα 21 Χμ (13 μίλια) νοτιοδυτικά της Λευκωσίας. Έπρεπε να επιλέξουν ανάμεσα στα Λατσιά και το Κουπάτι, μια περιοχή στο κεντροανατολικό μέρος της Λευκωσίας. Επέλεξαν τα Λατσιά, καθώς ήταν πιο κοντά στο Λυθροδόντα αλλά, επίσης, επειδή ήταν αρκετά μεγαλύτερα και πιο εύφορα, επιτρέποντάς τους να καλλιεργούν κάθε είδους γεωργικά προϊόντα.
Έτσι, δεκαέξι (16) Ελληνοκύπριοι και ένας Τουρκοκύπριος καδής (αρχιδικαστής), που ονομαζόταν Κιουφής, αγόρασαν τα Λατσιά, μια περιοχή 11.600 σκάλων (1 σκάλα = 1.337,8 τετρ. μέτρα ή 14.400 τετρ. πόδια) για την τιμή των 14 πουγκιών (ένα πουγκί άξιζε 500 ριάλια, τα λεφτά της εποχής). Ο Κιουφής προσέφερε το ένα πέμπτο της τιμής και το χωριό διαχωρίστηκε σε είκοσι (20) τεμάχια, τέσσερα (4) για τον Κιουφή και ένα (1) για κάθε Ελληνοκύπριο. Ο Κιουφής, κατέχοντας σημαντική περιουσία στο Λυθροδόντα, τους βοήθησε για να διασφαλίσουν την ασφάλειά τους στα Λατσιά και επίσης τους βοήθησε όταν οι απόγονοι του Κιόρογλου έγειραν αξίωση για το τσιφλίκι. Αυτοί οι δεκαεφτά άνθρωποι αναζωογόνησαν τον οικισμό, ένα χωριουδάκι για την ακρίβεια, ερχόμενοι το φθινόπωρο (Οκτώβριο και Νοέμβριο) για να σπείρουν σιτάρι και να φυτέψουν ελαιόδεντρα και το καλοκαίρι (Μάιο μέχρι Αύγουστο) για να μαζέψουν τη σοδειά, να θερίσουν και να αλωνίσουν, και να μαζέψουν τις ελιές. Παρόλα αυτά, επέλεξαν να μην κατοικούν στα Λατσιά, όχι μόνο επειδή θεωρούσαν το Λυθροδόντα καλύτερο και πιο ασφαλές μέρος (το επονομαζόμενο «μικρό Παρίσι»), αλλά επίσης επειδή δεν υπήρχε εκπαιδευτική και δομική υποδομή στο χωριό. Μόνο μια χούφτα ανθρώπων παρέμεναν στα Λατσιά, με σκοπό να καλλιεργούν το σιτάρι και να σιγουρεύονται πως όλα ήταν εν τάξει. Ο Κιουφής χάρισε μέρος της γης του στον αδερφό του, ο οποίος – με τη σειρά του – το πώλησε σε έξι (6) Ελληνοκύπριους για την τιμή ενός πουγκιού ανά 100 σκάλες. Οι έξι αυτοί άνδρες διέμεναν μόνιμα στα Λατσιά, με σκοπό να διεκπεραιώνουν τις γεωργικές εργασίες και τις εργασίες επιδιόρθωσης. Στις 30 Απριλίου 1909 (δύο χρόνια μετά το θάνατο του Κιουφή), οι τέσσερις κληρονόμοι πώλησαν τα κτηματικά δικαιώματά τους σε οχτώ (8) Ελληνοκύπριους για την τιμή των £350. Είναι συχνό να βρίσκουμε μικροτοπωνύμια σχετιζόμενα με τους πρώτους αγοραστές.
Στα μέσα του 19ου αιώνα, μερικοί από τους ιδιοκτήτες άρχισαν να εγκαθίστανται στα Λατσιά, όχι μόνο επειδή η γη ήταν πιο εύφορη, αλλά λόγω και της εγγύτητας των Λατσιών προς τη Λευκωσία – το κέντρο της οικονομικής και εμπορικής ζωής του νησιού – ούτως ώστε να μπορούν να πωλούν τα προϊόντα τους πιο εύκολα. Ωστόσο, δεν ήταν μέχρι το 1930 που ιδρύθηκε Δημοτικό σχολείο. Πρωτύτερα, τα παιδιά έπρεπε να παρακολουθούν σχολείο είτε στο Λυθροδόντα είτε στο Γέρι, ένα γειτονικό χωριό. Αρκετά σπίτια από τα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα μπορούν να βρεθούν στην παλιά περιοχή των Λατσιών. Επειδή το κύριο εισόδημα των Λυθροδοντιατών προερχόταν από την ελαιοπαραγωγή, άρχισαν να φυτεύουν όλο και περισσότερα ελαιόδεντρα στα Λατσιά.
Μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όλο και περισσότεροι Λυθροδοντιάτες άρχισαν να μετοικούν στα Λατσιά, μαζί με τις μεγάλες οικογένειές τους, έτσι ο πληθυσμός συνέχισε να αυξάνεται. Η Τουρκική εισβολή και η συνεχιζόμενη κατοχή ανάγκασαν 185.000 – 200.000 Κύπριους να καταστούν πρόσφυγες στην ίδια τους τη χώρα, καθιστώντας αναγκαίο το κτίσιμο πολυάριθμων προσφυγικών από την κυβέρνηση σε όλο το νησί. Τρεις απ’ αυτούς κτίστηκαν στα Λατσιά (συν μια προσφυγική αυτοστέγαση), αυξάνοντας τον πληθυσμό δραματικά. Αυτό, σε συνδυασμό με τη γενική τάση του κόσμου από το κέντρο της Λευκωσίας και χωρία κοντά στην πρωτεύουσα να μετακινούνται στις περιοχές των προαστείων της Λευκωσίας, είχε ως αποτέλεσμα την πληθυσμιακή έκρηξη που έκανε τα Λατσιά μια κωμόπολη που συνεχίζει να αυξάνεται ραγδαία.
Λευκωσία
Τ.Θ.: 21015
1500 Λευκωσία
Κύπρος
Δήμαρχος: Χαράλαμπος Προύντζος
Τηλ.: +357 22797000
Φαξ: +357 22663363
Email: municipality@nicosia.org.cy
Website: www.nicosia.org.cy
Η Λευκωσία, η πρωτεύουσα της Κύπρου, μια από τις πιο αρχαίες πόλεις στην περιοχή αυτή του κόσμου είναι σήμερα μια κοσμοπολίτικη πρωτεύουσα στην ανατολική Μεσόγειο, πλούσια σε ιστορία και πολιτισμό που συνδυάζεται της με τους γρήγορους ρυθμούς μιας σύγχρονης πόλης.
Η καρδιά της πόλης βρίσκεται εντός των τειχών που έκτισαν το 16ο αιώνα οι Βενετοί και περιλαμβάνει ενδιαφέροντα μουσεία και εκθεσιακούς χώρους, βυζαντινές εκκλησιές, μεσαιωνικά και νεοκλασικά κτίρια, στενά δρομάκια και διατηρεί τη ρομαντική ατμόσφαιρα του παρελθόντος. Έξω από τα τείχη η νέα πόλη με τις σύγχρονες ανέσεις, ζει στους κοσμοπολίτικους ρυθμούς μιας σύγχρονης ευρωπαϊκής πρωτεύουσας.
Μόρφου
Δήμος υπό τουρκική κατοχή από το 1974
Λεωφ. Αγλαντζιάς 2Α,
2108 Αγλαντζιά
Κύπρος
Δήμαρχος: Βίκτωρ Χατζηαβραάμ
Τηλ.: +357 22447333, +357 22447334
Φαξ: +357 22762015
Email: info@morphou.org.cy
Website: http://www.morphou.org.cy
Ο Δήμος Μόρφου ιδρύθηκε το 1883 και είναι ένας από τους αρχαιότερους δήμους της Κύπρου. Η όμορφη κωμόπολη της Μόρφου είναι κτισμένη στη δυτική κεντρική πεδιάδα της Κύπρου, κοντά στον ποταμό Σερράχη και η διοικητική έκτασή της, ανέρχεται στα 5.636 εκτάρια περίπου. Ο πληθυσμός της αυτή τη στιγμή, υπολογίζεται περίπου στις 10 με 12 χιλιάδες.
Η Μόρφου, πλούσια σε ιστορία και παράδοση ήταν κατοικημένη από τα αρχαία χρόνια και αυτό αποδεικνύεται από τους πολλούς οικισμούς που έχουν ανασκαφεί ή εντοπιστεί γύρω από αυτήν. Για την προέλευση του ονόματος της Μόρφου η πιθανότερη εκδοχή αναφέρει ότι σχετίζεται με τη θεά Αφροδίτη και ότι μία από τις ονομασίες με τις οποίες η θεά Αφροδίτη λατρευόταν στον αρχαίο Ελληνικό κόσμο ήταν Μορφώ. Με την ονομασία Μορφώ λάτρευαν τη θεά Αφροδίτη κυρίως στη Λακωνία της Πελοποννήσου. Συνεπώς αυτή η εκδοχή συνδέει τη Μόρφου με τους Λάκωνες, οι οποίοι ενδεχομένως είχαν κατοικήσει στο δυτικό τμήμα της μεγάλης κεντρικής πεδιάδας του νησιού μας.
Η κωμόπολη της Μόρφου γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη και αυτό οφειλόταν κατά κύριο λόγο στην οικονομία της που ανθούσε λόγω της εύφορης γης και των ατελείωτων εσπεριδοκαλλιεργειών που υπήρχαν στην περιοχή. Με αυτά τα εφόδια, η Μόρφου πρωτοστατούσε πάντα σε τομείς όπως ο πολιτισμός, τα γράμματα, οι τέχνες και ο αθλητισμός.
Δυστυχώς όμως, στις 16 Αυγούστου του 1974, με την ολοκλήρωση και της δεύτερης φάσης της εισβολής στην Κύπρο, η Μόρφου καταλήφθηκε από τους Τούρκους κατακτητές. Οι νόμιμοι κάτοικοι της περιοχής εκτοπίστηκαν από τα σπίτια τους και υποχρεώθηκαν να μετακινηθούν στις νοτιότερες περιοχές της Κύπρου. Από τότε, ο Δήμος Μόρφου έχει αφοσιωθεί στον αγώνα που γίνεται για εξεύρεση μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης του Κυπριακού Προβλήματος που θα επιτρέπει σε όλους τους πρόσφυγες να επιστρέψουν στις πατρογονικές τους εστίες.
Από το 1974 και μετά, ο Δήμος μας έχει θέσει ως προτεραιότητα του τον αγώνα επιστροφή και δικαίωση αλλά δραστηριοποιείται παράλληλα και σε τομείς που σχετίζονται με τον πολιτισμό και την θρησκευτική παράδοση του τόπου μας με στόχο τη διατήρηση της μνήμης της κατεχόμενης γης μας.
Μέσα στα πλαίσια αυτών του των δραστηριοτήτων, ο Δήμος μας έχει μέχρι στιγμής αδελφοποιηθεί με εννέα Δήμους. Πέντε Δήμους της Ελλάδας (Σπάρτη, Καλάβρυτα, Ερμούπολη, Ορεστιάδα και Μεσολόγγι) ένα Δήμο της Γαλλίας (Saint Cyr Sur Loire), ένα Δήμο της Μεγάλης Βρετανίας (Barnet), ένα Δήμο της Μάλτας (Zurrieq) και τέλος το 2008 αδελφοποιήθηκε με το Δήμο Slovenj Gradec της Σλοβενίας.
Παρά τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σαν Δήμος, είμαστε στην ευχάριστη θέση να λέμε ότι και οι εννέα αδελφοποιήσεις μας είναι απόλυτα ενεργές. Η επαφή που έχουμε με τους εννέα αυτούς Δήμους συνεχίζει να είναι τακτική και παρά το γεγονός ότι κάποιες από αυτές τις αδελφοποιήσεις πάνε πίσω 20 χρόνια, δεν έχουν φθαρεί αλλά αντίθετα οι δεσμοί φιλίας μεταξύ μας έχουν δυναμώσει σε βαθμό που όντως πλέον τους βλέπουμε σαν πραγματικούς αδελφούς μας.
Ο Δήμος μας, φροντίζει να συμμετέχει σε όλες σχεδόν τις μεγάλες εκδηλώσεις που πραγματοποιούν οι αδελφοί μας Δήμοι και έχουμε παρουσιάσει πλειάδα εκδηλώσεων (πολιτιστικές εκδηλώσεις, φωτογραφικές εκθέσεις, ανταλλαγές νεολαίας, χορευτικών συγκροτημάτων, χορωδιών κλπ κλπ) σε όλες ανεξαιρέτως τις πιο πάνω πόλεις. Από την άλλη, και οι εννέα αδελφοποιημένες πόλεις, μας τιμούν με την παρουσία τους καθεχρονικά στις ετήσιες αντικατοχικές μας εκδηλώσεις ενώνοντας τη φωνή τους μαζί μας στον αγώνα μας για ελευθερία και δικαίωση ενώ έχουν προσκληθεί και έχουν λάβει μέρος και σε πολλές άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις που έχει διοργανώσει ο Δήμος μας στην Κύπρο.
Ο Δήμος Μόρφου, εκτός από τις εννέα αδελφοποιήσεις, έχει συνάψει εξαιρετικές σχέσεις και με πολλές άλλες πόλεις, μέσα από τη συμμετοχή του σε διεθνής και άλλους οργανισμούς. Ο Δήμος μας είναι μέλος του Δικτύου Πόλεων Αφροδίτη και μέλος της Διεθνούς Οργάνωσης «Πόλεις Αγγελιοφόροι της Ειρήνης» στην οποία μάλιστα ο Δήμος μας Προεδρεύει.
Νότια Λευκωσία – Ιδάλιο
Γρ. Διγενή 20Α
Τ.Θ.: 11025
2540 Δάλι
Κύπρος
Δήμαρχος: Σταύρος Χατζηγιάννης
Τηλ.: +357 22 444888
Φαξ: +357 22 444889
Email: sni@sni.org.cy
Website: http://www.dali.org.cy/
Το σημερινό Δάλι
Το Δάλι βρίσκεται στην Επαρχία Λευκωσίας. Βρίσκεται περίπου στο κέντρο του νησιού, απέχει 17 χλμ από την Λευκωσία, 23 χλμ από τη Λάρνακα και 50 χλμ από τη Λεμεσό. Η έκταση του καλύπτει 31 τ.χλμ και αποτελείται από δύο οικιστικές περιοχές, την Ενορία Παναγίας Ευαγγελίστριας και την Ενορία Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, βιομηχανική ζώνη, κτηνοτροφική ζώνη και γεωργικές ζώνες. Ο αριθμός των κατοίκων σήμερα ανέρχεται περίπου στις 12.000.
Το 1996 μετά από δημοψήφισμα το Δάλι έγινε ο 24ος Δήμος της Κύπρου, ο Δήμος Ιδαλίου.
Αρχικά το σύγχρονο Δάλι ήταν κτισμένο στη νότια πλευρά του ποταμού Ιδαλία (Γυαλιά), η σημερινή Ενορία Παναγίας Ευαγγελίστριας. Από το 1983 δημιουργήθηκε νέος οικισμός στα βορειο-ανατολικά σύνορα του Ιδαλίου τα οποία συνορεύουν με τα Λατσιά και το Γέρι, η Ενορία Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.
Η Βιομηχανική Ζώνη δημιουργήθηκε το 1981 και βρίσκεται παρά τον δρόμο Λευκωσίας Λεμεσού και συνορεύει με το Πέρα Χωρίο-Νήσου, τα Λατσιά και το Γέρι. Λόγω της γεωγραφικής της θέσης η Βιομηχανική περιοχή έχει αναπτυχθεί με πολύ γρήγορους ρυθμούς, αποτελώντας σήμερα μια από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές περιοχές της Κύπρου.
Οι κάτοικοι από ανέκαθεν ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργοκτηνοτροφία και διάφορες άλλες καλλιέργειες λόγω του εύφορου εδάφους. Το Δάλι σήμερα κατέχει την πρώτη παγκύπρια θέση σε παραγωγή γάλακτος. Η παραγωγή αυτή ανέρχεται πέραν των 130.000 λίτρων γάλα ημερησίως.
Οι κύριες ασχολίες των κατοίκων αυτή τη στιγμή είναι η γεωργοκτηνοτροφία, οικοδομικές εργασίες, διάφορες μικρομεσαίες επιχειρήσεις ή εργάζονται σε ιδιωτικές και κρατικές υπηρεσίες.
Στο Δάλι διατηρούνται και λειτουργούν ο Μητροπολιτικός Ναός Παναγίας Ευαγγελίστριας, η εκκλησία των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, η εκκλησία των Αγίων Ανδρονίκου και Αθανασίας, η εκκλησία του Αγίου Θεοδώρου, Αγίου Αρτεμίου και τα βυζαντινά εκκλησάκια του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, του Αγίου Μάμα και του Αγίου Δημητριανού του Αγριδιώτου. Από το 2007 εδρεύει στο Δάλι η Ιερά Μητρόπολη Τριμυθούντος.
Το Τζαμί στο κέντρο της κοινότητας μαρτυρά την συμβίωση ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων πριν την Τουρκική εισβολή του 1974. Το Τζαμί ανακαινίστηκε το 2006 και λειτουργεί εξυπηρετώντας ξένους υπηκόους που κατοικούν στο Δάλι και τις γύρω κοινότητες.
Ως πρωτεύουσα της γύρω περιοχής, στο Δάλι λειτουργεί Περιφερειακό Κέντρο Υγείας, το οποίο εξυπηρετεί τις κοινότητες της ευρύτερης περιφέρειας που αριθμούν πέραν των 30 χιλιάδων κατοίκων.
Η εκπαίδευση έχει μακροχρόνια παράδοση. Το πρώτο δημοτικό σχολείο ιδρύθηκε από τον Παπα-Χρύσανθο Οικονόμο, ο οποίος γεννήθηκε το 1809 ή 1810 στο Δάλι και υπηρέτησε επί σειρά ετών ως ιερέας και οικονόμος στο Δάλι αλλά και στη Λάρνακα. Το 1841 με προσωπικές του δωρεές κτημάτων και χρημάτων ανεγέρθηκε η εκκλησία Αγίων Ανδρονίκου και Αθανασίας και το 1858 με δωρεά ιδιόκτητου κτιρίου δίπλα από την εκκλησία Αγίων Ανδρονίκου και Αθανασίας ίδρυσε το πρώτο δημοτικό σχολείο.
Η εκπαίδευση αποτελεί ένα από τους πρώτους στόχους ανάπτυξης για την πόλη του Ιδαλίου. Η Δημοτική Αρχή στηρίζει τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της πόλης με ποικίλους τρόπους.
Σήμερα λειτουργούν στο Δάλι Λύκειο, τρία δημοτικά σχολεία και επτά νηπιοπαιδοκομικοί σταθμοί.
Από το 1966 λειτουργεί επίσης και η Δημοτική Βιβλιοθήκη ενισχύοντας τον τομέα της εκπαίδευσης. Σήμερα η Δημοτική Βιβλιοθήκη διαθέτει πέραν των 12.000 τόμων βιβλία και αριθμεί 2.000 μέλη.
Η πολιτιστική και πνευματική ανάπτυξη του Δήμου από ανέκαθεν ήταν σε πολύ ψηλά επίπεδα. Πολλοί Δαλίτες διακρίθηκαν στον τομέα της εκπαίδευσης, της λογοτεχνίας, της ποίησης, της μουσικής, του αθλητισμού, του θεάτρου και των καλών τεχνών.
Η πολιτιστική δραστηριότητα τόσο του Δήμου Ιδαλίου, όσο και των Δημοτών μέσα από άλλους οργανωμένους φορείς και σωματεία, με μια μακρά παράδοση, πλούσια, πολύπλευρη και ποιοτική, καταδεικνύει το ψηλό βιοτικό, πνευματικό και κοινωνικό επίπεδο της πόλης.
Μέσα στα πλαίσια στήριξης της πολιτιστικής ανάπτυξης του Ιδαλίου, ο Δήμος Ιδαλίου έχει ανεγείρει υπαίθριο αμφιθέατρο χωρητικότητας 1060 θέσεων, δίπλα από την ανατολική ακρόπολη του Αρχαίου Ιδαλίου.
Ο Δήμος Ιδαλίου είναι αδελφοποιημένος με τρείς ευρωπαϊκές πόλεις: Την Combs-la-Ville στη Γαλλία από το 1978, τους Αχαρνές στην Ελλάδα από το 2008 και την Orte στην Ιταλία από το 2013. Το 2014 υπέγραψε πρωτόκολλο πολιτιστικής συνεργασίας με την πόλη Wieliszew της Πολωνίας.
Κύριο χαρακτηριστικό των κατοίκων του Ιδαλίου είναι η εργατικότητα τους, η φιλική διάθεση, η φιλοξενία και η έντονη προσπάθεια διατήρησης της ιστορικής, λαογραφικής και πολιτιστικής μας παράδοσης.
Οι επισκέπτες σήμερα έχουν την ευκαιρία να ξεναγηθούν σε τρείς θεματικές ενότητες: την Ιστορική διαδρομή, την Θρησκευτική διαδρομή και την Πολιτιστική διαδρομή, όπως επίσης και να ψυχαγωγηθούν σε παραδοσιακούς ή σύγχρονους χώρους αναψυχής.
Ιστορική Αναδρομή
Σύμφωνα με την παράδοση, το Ιδάλιο ήταν ένα από τα Βασίλεια της Κύπρου. Ιδρύθηκε από τον ήρωα του Τρωϊκού πολέμου Χαλκάνορα. Σύμφωνα με την παράδοση ο Χαλκάνορας, του οποίου η καταγωγή ήταν από τη πόλη Αμύκλαις πλησίον της Σπάρτης, επιστρέφοντας από τη Τροία, όπου έλαβε μέρος στην πολιορκία, αφίχθηκε στην Κύπρο κοντά στη Σαλαμίνα. Εκεί πήρε χρησμό από μαντείο να οδεύσει με το στρατό του και εκεί όπου θα δει τον ήλιο να ανατέλλει να κτίσει την πόλη του.
«… χρησμος γαρ εδόθη… όπου ίδοι τον ήλιον ανείσχοντα, πόλιν κτίσαι. Ο ουν Χαλκήνωρ περιιών… τις των συν αυτώ έφη «είδον βασιλεύ τον άλιον» αφ’ ου ωνομάσθαι την πόλιν…»
Έτσι ο Χαλκάνορας με τη συνοδεία του έφυγαν από την Έγκωμη/Αλάσια και έφτασαν στο μέρος όπου και ίδρυσε την πόλη του Ιδαλίου (εκεί όπου είδε τον ήλιο να ανατέλλει).
Η ίδρυση της πόλης σύμφωνα με τα ευρήματα τοποθετείται γύρω στο 1200 π.Χ.
Πριν το 12ο αιώνα π.Χ. (1650-1050 π.Χ.), στη νότια και στη νοτιοδυτική πλευρά του ποταμού υπήρχαν συνοικισμοί της τελευταίας εποχής του χαλκού. Οι αρχαίοι τάφοι που ανεβρέθηκαν υποδηλώνουν ότι η πόλη του Ιδαλίου κατοικείτο συνεχώς από το 12ο π.Χ. αιώνα μέχρι το τέλος των Ρωμαϊκών χρόνων, περίπου το 400 μ.Χ. Από επιγραφές και νομίσματα προκύπτει επίσης το συμπέρασμα ότι στην πόλη του Ιδαλίου κυριαρχούσε το Ελληνικό στοιχείο.
Το σημείο όπου ήταν κτισμένη η πόλη του Ιδαλίου είχε μεγάλη σημασία. Ήταν κτισμένη με τέτοιο τρόπο που κάλυπτε δύο λόφους προς τα νότια και την πεδιάδα προς τα βόρεια προς την κοίτη του ποταμού Γυαλιά. Οι δύο λόφοι που κάλυπτε ήταν ένα φυσικό οχυρό, και ο ποταμός ζωτικής σημασίας για τους κατοίκους. Μεγάλη σημασία, εκτός του ποταμού και του εύφορου εδάφους, είχε και η γειτνίαση της πόλης με χαλκοφόρες περιοχές (στη σημερινή περιοχή Μαθιάτη και Σιας). Σε κάποιο στάδιο η επεξεργασία του χαλκού ήταν μια από τις κύριες ασχολίες των κατοίκων.
Στους δύο λόφους βρίσκονταν η ανατολική και δυτική ακρόπολη. Στην ανατολική ακρόπολη υπήρχε ο ναός της Αφροδίτης και του Απόλλωνα Αμυκλαίου. Στη δυτική, που ήταν η κύρια ακρόπολη, υπήρχε ο ναός της Αθηνάς, η οποία ήταν και η προστάτιδα θεά της πόλης. Ο ναός της Αθηνάς καταστράφηκε περίπου το 470 π.X. όταν η πόλη κατακτήθηκε από τους Φοίνικες βασιλείς του Κιτίου.
Κάτω από τις δύο ακροπόλεις προς τα βόρεια απλωνόταν η πόλη, η οποία περιβαλλόταν από τείχη και υπολογίζεται ότι κάλυπτε μια έκταση γύρω στα 100 στρέμματα. Το αρχαιότερο μέρος των τειχών υπολογίζεται ότι κτίστηκε κατά τη διάρκεια του 7ου –6ου π.Χ. αιώνα.
Σε άλλα σημεία της πόλης υπήρχαν ναοί αφιερωμένοι σε άλλες θεότητες, αναφέρονται συνολικά 14 ναοί.
Κατά την περίοδο της βασιλείας του Στασύκυπρου η πόλη του Ιδαλίου πολιορκήθηκε από τους Κιτιείς (Φοίνικες) με τη βοήθεια των Μήδων (Πέρσες). Σημαντικό τεκμήριο που μαρτυρά την πολιορκία του Ιδαλίου από το Κίτιον γύρω στο 470 π.χ. είναι η περίφημη «Πινακίδα του Ιδαλίου», μια χάλκινη πλάκα με εγχάρακτη επιγραφή στην Κυπροσυλλαβική γραφή, η οποία βρέθηκε στη δυτική ακρόπολη. Είναι η αρχαιότερη γραπτή συμφωνία που ανεβρέθηκε και αναφέρεται σε ιδιοκτησία γης του βασιλιά, της πόλης και της εκκλησίας, την κληρονομική διαδοχή, τη φορολογία εισοδημάτων από τη γη και την προστασία του τίτλου ιδιοκτησίας με εγγυητές τον βασιλιά, την πόλη και την ιέρεια προστάτιδα της πόλης.
Από το περιεχόμενο της πικανίδας συμπεραίνεται επίσης ότι η πόλη του Ιδαλίου διατηρούσε ένα είδος δημοκρατικού πολιτεύματος, όπου ο βασιλιάς διοικούσε μαζί με το Συμβούλιο των Αρχόντων, μέχρι την κατάκτηση της πόλης από τους Φοίνικες του Κιτίου γύρω στα μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα.
Μετά την κατάκτηση της πόλης από τους Φοίνικες, ακολούθησε το 312 π.Χ. και η κατάκτηση από τους Πτολεμαίους της Αιγύπτου με βασιλιά τον Πτολεμαίο Α’ (διάδοχο του Μεγάλου Αλεξάνδρου), ο οποίος κατάργησε όλα τα κυπριακά βασίλεια. Έκτοτε η Κύπρος αποτέλεσε τμήμα του Πτολεμαϊκού βασιλείου και αργότερα επαρχία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Στη Ρωμαϊκή περίοδο (58π.χ.–330μ.Χ.) το Ιδάλιο αναφέρεται στις γραπτές πηγές ως κωμόπολις.
Στα Ρωμαϊκά χρόνια δημιουργούνται μικρά ατομικά χωράφια και μεγάλες αγροτικές φάρμες, μέχρι τα πρώτα Βυζαντινά χρόνια, όπου υπάρχουν πια οι «πάροικοι» οι οποίοι καλλιεργούν τη γη για λογαριασμό του κράτους ή της εκκλησίας. Υπάρχουν και οι «εναπόγραφοι» που είναι υποχρεωμένοι να παραδίνουν τον καρπό της γης στους κυρίους τους. Κατά τα μεταγενέστερα Βυζαντινά χρόνια, 800-1191 μ.Χ. οι μικροϊδιοκτήτες γης εξαφανίζονται. Στο στάδιο αυτό υπάρχει μόνο η κρατική γη, η εκκλησιαστική, η μοναστηριακή και η γη των ευγενών.
Κατά την εποχή των Βυζαντινών και των Φράγκων, το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετώπιζαν οι κάτοικοι της Κύπρου ήταν οι επιδρομές από τους Σαρακηνούς, οι οποίοι σάρωναν τη Mεσόγειο και λεηλατούσαν τις πόλεις της Κύπρου. Συγκεκριμένα, κατά τον Λεόντιο Μαχαιρά, οι Σαρακηνοί έκαναν κατάληψη στο Δάλι στα 1426μ.Χ.
Από το 1191-1489 μ.Χ. έρχονται στην Κύπρο οι Σταυροφόροι και Λουζινιανοί, οι οποίοι υιοθετούν το φεουδαρχικό σύστημα, ένα καθεστώς βασισμένο στην κοινωνική τάξη χωρίς ενδιαφέρον για τα ατομικά δικαιώματα. Την περίοδο αυτή η γη μαζεύεται στα χέρια του Φράγκου βασιλιά, των ευγενών, των ιπποτών και της Λατινικής εκκλησίας. Έτσι, το 1474 μ.Χ. το Δάλι παραχωρήθηκε μαζί με άλλα χωριά από τη βασίλισσα της Κύπρου Αικατερίνη Κορνάρο στον ευγενή Γεώργιο Κονταρίνι.
Ακολουθεί η Οθωμανική αυτοκρατορία, κατά την οποία παρατηρούμε αύξηση της εκκλησιαστικής και Μωαμεθανικής περιουσίας. Ο φόβος των Ελλήνων και Τούρκων από αρπαγές τους ώθησε να κάνουν δωρεές των κτημάτων τους προς τις εκκλησίες για να τις προστατεύσουν. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν η δημιουργία τσιφλικιών στην περιοχή, αφού ο Σουλτάνος έδινε εύφορες εκτάσεις σε διαπρεπείς στρατιωτικούς ή διοικητικούς από την Τουρκία.
Από το 1878 μέχρι το 1960 καταλήγουμε στην κατοχή από την Βρετανική Αυτοκρατορία, μέχρι το 1960 που η Κύπρος ανακηρύσσεται σε ανεξάρτητη δημοκρατία.
Το Ιδάλιον μέχρι το 1974 ήταν μικτό χωριό, αλλά μετά την τουρκική εισβολή οι Τουρκοκύπριοι κάτοικοι εγκατέλειψαν το χωριό, εκτός από μερικές οικογένειες, και μετέβησαν στις κατεχόμενες περιοχές του νησιού.
Από τις μάχες του 1963 και την Τουρκική εισνολή του 1974 το Ιδάλιο αριθμεί 21 νεκρούς και αγνοούμενους. Κατά την Τουρκική εισβολή του 1974, 29 άνδρες οι οποίοι κρατούνταν αιχμάλωτοι στα Άδανα αφέθηκαν ελεύθεροι μετά το τέλος του πολέμου.
Στρόβολος
Τ.Θ.: 28403
2094 Στρόβολος
Κύπρος
Δήμαρχος: Σταύρος Σταυρινίδης
Τηλ.: +357 22470470
Φαξ: +357 22470400
Email: municipality@strovolos.org.cy
Website: www.strovolos.org.cy
Ιστορική Αναδρομή
Ο Δήμος Στροβόλου ιδρύθηκε το 1986, με βάση τη Νομοθεσία του Περί Δήμων Νόμου Ν. 111/85 και είναι ο τρίτος μεγαλύτερος Δήμος της Κύπρου, μετά τους Δήμους Λευκωσίας και Λεμεσού, με πληθυσμό πέραν των 70.000 κατοίκων.
Ο Στρόβολος είναι σήμερα ένα μεγάλο προάστιο, καταλαμβάνει μία έκταση 25 τετραγωνικών χλμ και χωρίζεται σε έξι ενορίες: τη Χρυσελεούσα, τον Αγ. Δημήτριο, τον Απ. Βαρνάβα και Αγ. Μακάριο, τον Αγ. Βασίλειο, τον Εθνομάρτυρα Κυπριανό και τον Σταυρό.
Ο Στρόβολος αναπτύχθηκε και πήρε τη σημερινή του μορφή μετά τα τραγικά γεγονότα του 1974, όταν η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο και κατέλαβε το 38% του εδάφους της νήσου. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα πολλοί πρόσφυγες να εγκατασταθούν στην περιοχή του Δήμου.
Σημεία Αναφοράς
Σημεία αναφοράς για τον Δήμο Στροβόλου αποτελούν το Γραμμικό Πάρκο Πεδιαίου που περνά διαμέσου των Δήμων Στροβόλου, Λακατάμιας και Λευκωσίας, ο Ιερός Ναός Παναγίας Χρυσελεούσης στον ιστορικό πυρήνα Στροβόλου όπως και το παρεκκλήσι του Αγίου Γεωργίου, ιστορικά μνημεία γύρω από τα οποία εκτείνεται ο παλαιός πυρήνας Στροβόλου. Στην καρδιά του πυρήνα, έναντι της εκκλησίας βρίσκεται και το Μουσείο Εθνομάρτυρα Αρχιεπισκόπου Κυπριανού, ιστορικό και βυζαντινό μουσείο με θησαυρούς από τον Στρόβολο και τις εκκλησίες του. Το Μουσείο διαχειρίζεται ο Δήμος Στροβόλου.
Παράλληλα, το παλαιό Δημαρχείο Στροβόλου στην οδό Αρχιεπισκόπου Κυπριανού έχει διαμορφωθεί στο Πολιτιστικό Κέντρο και Βιβλιοθήκη του Δήμου, φιλοξενώντας σωρεία ποιοτικών πολιτιστικών εκδηλώσεων. Ο Δήμος επίσης, διαθέτει Δημοτικό Θέατρο (λεωφ. Στροβόλου 100) και πληθώρα πάρκων και χώρων πρασίνου, με το μεγαλύτερο να είναι το πάρκο Αγίου Δημητρίου, ενώ το πάρκο Ακρόπολης φιλοξενεί τα μεγαλύτερα υπαίθρια φεστιβάλ της πρωτεύουσας, όπως το Φεστιβάλ Βιβλίου και το Φεστιβάλ UptoYouth.
Χρήσιμοι σύνδεσμοι
ΕΝΟΤΗΤΕΣ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
Διεύθυνση:
Ρηγαίνης 78, 1010 Λευκωσία,
Τ.Θ. 22033, 1516 Λευκωσία, Κύπρος
Τηλ: +357 22 445170
Φαξ: +357 22 677230
Email: endeky@ucm.org.cy